Γράφει η Αγγελική Μπάτσου

Βρεθήκαμε στο θέατρο «Altera Pars» για να παρακολουθήσουμε την παράσταση «To αίμα» σε κείμενο του Ισπανού συγγραφέα Σέρτζι Μπελμπέλ, σε σκηνοθεσία Πέτρου Νάκου και μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμανουήλ.

Το θέατρο «Altera Pars» είναι ένα πολύ όμορφο, μοντέρνο θέατρο που δημιουργήθηκε το 2001 από τη Μίνα Χειμώνα και τον Πέτρο Νάκο με στόχο την προώθηση νέων σύγχρονων έργων της παγκόσμιας δραματουργίας. Με πολλές και σημαντικές συνεργασίες με θιάσους από Ελλάδα και εξωτερικό, το «Altera Pars» προάγει την επικοινωνία και γνωριμία του κοινού με νέες μορφές θεάτρου, οι οποίες θίγουν άμεσα σύγχρονα κοινωνικά θέματα και προβλήματα. Αυτό που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα είναι η διαρρύθμιση του χώρου και ιδιαίτερα η σκηνή, η οποία είναι από τις καλύτερες που έχω δει ως τώρα και το δυναμικό της είναι ικανό να σηκώσει μεγάλα και απαιτητικά ως σκηνικά, έργα.

Αφού καθίσαμε στα τραπεζάκια του μπαρ, που είναι στο πάνω μέρος του θεάτρου, η ώρα πέρασε και μετά το τρίτο καμπανάκι, κατεβήκαμε προς τις θέσεις μας, κοντά στη σκηνή. Καθισμένος μπροστά από ένα λάπτοπ, ο πρωταγωνιστής μας, Πέτρος Νάκος, μας φάνηκε αρχικά ως φροντιστής της σκηνής, μέχρι που πήρε το λάπτοπ, ανέβηκε τα σκαλοπάτια και σχεδόν αμέσως έσβησαν τα φώτα. Ο φροντιστής, έγινε αυτόματα ο τρομοκράτης.

Λίγα λόγια για το έργο:

Μια ομάδα τρομοκρατών, υπό τη μορφή μιας ιδιότυπης οικογένειας, συλλαμβάνει τη γυναίκα ενός βουλευτή και κάθε δέκα ώρες κόβει και από ένα μέλος του σώματός της. Το πρώτο μέλος, το βρίσκουν σε κουτί δυο έφηβοι στο πάρκο, το δεύτερο, το μεταφέρει ο τρομοκράτης και το παρουσιάζει ως κάτι που κινεί υποψίες σε δυο αστυνομικούς, έπειτα το τρίτο το δίνει η γυναίκα τρομοκράτης μεταμφιεσμένη ως κούριερ, στην ερωμένη του υπουργού και έπειτα…

Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό, ένα παιδί δέκα ετών και πολλά χρήματα που δόθηκαν από τον βουλευτή, αλλά το αποτέλεσμα δεν άλλαξε. Αίμα και θάνατος.

Απογυμνωμένη. Παραδομένη σε ένα μέλλον που έχει σύντομη ημερομηνία λήξεως, η ηθοποιός Μίνα Χειμώνα δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, δεμένη πάνω σε μια καρέκλα. Ένας ιδιαίτερα δύσκολος και απαιτητικός ρόλος, που απαιτεί ιδιαίτερη ευελιξία προκειμένου να συνδυαστεί η σκληράδα της ματαιότητας με την αγωνία της μητέρας που ψάχνει το παιδί της, έστω και μέσα από το ψυχολογικά και ηθικά κατεστραμμένο παιδί της σπείρας. Μια πραγματικά καθηλωτική ερμηνεία, αντάξια της φήμης και της ποιότητας αυτής της ηθοποιού.

30629122_1060745080744864_1438975715318956032_nΗ κριτική μας:

Υπάρχουν άραγε άγραφοι νόμοι ανάμεσα στους τρομοκράτες; Αν υπάρχουν, σε ποιό ακριβώς ηθικό πλαίσιο κυμαίνονται αυτοί; Ο κόσμος των τρομοκρατών είναι ένα σκοτεινό κράτος εν κράτη. Μοιάζει να διέπεται από μια εντελώς διαφορετική φιλοσοφία σκέψης και ζωής, μια και ο θάνατος είναι το μέσο για την επίτευξη του κάθε σκοπού, που παραδόξως έχει ως στόχο την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το κόστος μιας ζωής είναι μηδαμινό, προκειμένου να σωθεί η ζωή άλλων ανθρώπων. Σχήμα εντελώς οξύμωρο. Ο άνθρωπος είναι απλά το πιόνι, το οποίο χρησιμοποιείται για να παιχτεί το μεγάλο παιχνίδι. Η σκακιέρα του τρόμου. Το χτύπημα στην κοινωνία είναι πιο βαρύ και αποτελεσματικό όταν σκοτώνεις την ίδια της την ψυχή. Τον άνθρωπο.

Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα και το μέσο είναι ο συνάνθρωπος. Ως αντικείμενο. Ο τρομοκράτης αποστασιοποιείται. Με τον ίδιο τρόπο που αποστασιοποιείται ο χειρούργος. Ή ο στυγνός δολοφόνος.

Το έργο αυτό σε κρατάει δεμένο από την αρχή. Από τα πρώτα λεπτά, που τα φώτα σβήνουν και σαν τσουβάλι ρίχνεται στη σκηνή η όμηρος. Η μέθοδος του Μπελμπέλ ακολουθεί τον τρόπο του «in yer face» θεάτρου του Γάλλου Antonin Artaud και των Mark Ravenhill και Sarah Kane, μια επιθετική γραφή και ακόμα πιο επιθετική παρουσίαση μιας σκληρής πραγματικότητας, όπως αυτή δημιουργήθηκε έπειτα από την πτώση του Βερολίνου, τη διάλυση της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης, την παγκόσμια οικονομική κρίση και την επιβολή της τρομοκρατίας, ως μέσο αφύπνισης συνειδήσεων.

Δε θα κρυφτώ, όπως δεν κρύβεται ούτε ο συγγραφέας, ούτε και ο σκηνοθέτης του έργου αυτού. Ναι, είναι ένα ιδιαίτερα σκληρό έργο. Ναι, σοκάρει. Είναι όμως απίστευτα ειλικρινές και είναι ένα έργο που δεν πρόκειται ποτέ να το ξεχάσει κανείς.

Και συν τοις άλλοις, έχει μια από τις πιο δυνατές, δεμένες και καλοδουλεμένες σκηνοθεσίες που έχω δει.

Ο Πέτρος Νάκος, με τη βοήθεια της Χρύσας Πασιαλούδη και του πιο σωστού χώρου για μοντέρνες παραστάσεις, έστησαν το ιδανικότερο περιβάλλον για ένα τέτοιου είδους έργο. Όλως τυχαίως, το βράδυ της παράστασης έβρεχε δυνατά. Η βροχή ακουγόταν πάνω στο πάνελ του ταβανιού και έδεσε κάτι παραπάνω από τέλεια με την εισαγωγή του έργου, το απόλυτο σκοτάδι και τη σιωπή στην αρχή, με μόνο ήχο τον ήχο της βροχής. Έπειτα, το παιχνίδι της αντίστροφης μέτρησης ξεκίνησε.

H απόδοση κάθε σκηνής και όλων των ηθοποιών, ήταν άριστα οργανωμένη. Από τεχνικής άποψης και σε κάθε επίπεδο, η σκληρή εργασία και ο άψογος επαγγελματισμός, ήταν φανερά από το πρώτο ως το τελευταίο δευτερόλεπτο. Δεν υπήρχαν χάσματα, παύσεις, απορίες και μπερδέματα στο πώς διαχειρίστηκε την πλοκή του έργου ο σκηνοθέτης μας. Ήταν μια παράσταση ρεαλιστική, έντονη, σκληρά πραγματική, στημένη σε δύο επίπεδα, μια παράσταση που χρησιμοποίησε ως ζωτικό χώρο της όλο το θέατρο και έκανε με αυτόν τον τρόπο τους θεατές, μέρος της. Μια ειλικρινά άριστη και δοσμένη σωστά σκηνοθεσία, που πραγματικά με αφήνει με τις καλύτερες των εντυπώσεων.

Μπορούμε επίσης, να μιλήσουμε και για πρωτοτυπία, μια και ο φροντιστής ή τεχνικός που όλοι αρχικά νομίσαμε, είναι και βασικός πρωταγωνιστής της παράστασης. Σκηνοθέτης- ηθοποιός και επίσης, ηθοποιός- ηθοποιός στο ίδιο έργο, μια και στο φυλλάδιο- εφημερίδα της παράστασης που πήρα στην είσοδο, ο πρωταγωνιστής του συγκεκριμένου έργου αυτοπροσδιορίζεται ως «Άντρας τρομοκράτης- ντροπαλός άντρας που μεταφέρει δέμα». Δύο ρόλοι λοιπόν, στο ίδιο έργο.

Ο πρώτος άντρας, χωρίς όνομα, μια και κανείς δεν έχει όνομα σ’ αυτό το έργο (Έχει σημασία τελικά; Μπορεί και να έχει…) είναι ο τρομοκράτης, ο οποίος κρατά δέσμια τη γυναίκα του βουλευτή. Aνθρώπινος, μα ταυτόχρονα απόλυτα απάνθρωπος, προσπαθεί να εξισορροπήσει μια τεράστια ζυγαριά που κινεί δυο εκ διαμέτρου αντίθετους πόλους: το να είσαι άνθρωπος από τη μία και το να έχεις ανθρώπινες ιδιότητες από την άλλη. Το να έχεις ανθρώπινες ιδιότητες και συμπεριφορές, στα σίγουρα δε σε κάνει άνθρωπο, όπως λογαριάζεται ο άνθρωπος ως ορισμός. Ο άνθρωπος ως ανώτερο ον, υποτίθεται ότι δεν αυτοκαταστρέφεται και δεν καταστρέφει τον συνάνθρωπο. Από καταβολής κόσμου όμως, ο άνθρωπος αυτοαναιρείται ως ορισμός. Η ιστορία το αποδεικνύει.

Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει το τέλειο εκτελεστικό όργανο. Η πιο αποδοτική μηχανή θανάτου. Ο ντροπαλός άντρας, ο δεύτερος ρόλος, που πάει ως αθώος μάρτυρας να παραδώσει το δέμα στους αστυνομικούς, είναι ταυτόχρονα ο απόμακρα ευγενικός τρομοκράτης, ο ανάλγητος εκτελεστής, ο παθιασμένος εραστής, η πατρική φιγούρα, όλα αυτά σε ένα πρόσωπο και ταυτόχρονα σε κανένα. Δεν έχει όνομα. Μια ψεύτικη ταυτότητα.

Ποιός είναι άραγε τελικά;

Μόνο για τον λόγο ότι η απόδοση του Πέτρου Νάκου γεννά τέτοιου είδους ερωτήματα, μπορεί κανείς να καταλάβει πόσο πετυχημένη ερμηνεία είχε στο έργο αυτό.

Πρόκειται για μια παράσταση ρεαλιστική, έντονη, σκληρά πραγματική, στημένη σε δύο επίπεδα, μια παράσταση που χρησιμοποίησε ως ζωτικό χώρο της όλο το θέατρο και έκανε με αυτόν τον τρόπο τους θεατές, μέρος της. Μια ειλικρινά άριστη και δοσμένη σωστά σκηνοθεσία, που πραγματικά με αφήνει με τις καλύτερες των εντυπώσεων.

imageΗ Μίνα Χειμώνα υποδύεται το θύμα και με σκληρή γενναιότητα και αυτογνωσία, ακολουθεί την προδιαγεγραμμένη της πορεία προς τη θυσία. Μια χειραφετημένη καθηγήτρια Πανεπιστημίου, μητέρα ενός μικρού παιδιού, την βλέπουμε σταδιακά να καταρρέει ως υπερηφάνεια και προσωπικότητα και να σκορπίζεται στην κυριολεξία στον ορίζοντα προς εξυπηρέτηση ενός ανώτερου από αυτήν, σκοπού. Τί πιο ανώτερο όμως από τον ίδιο τον άνθρωπο και το δικαίωμά του στη ζωή;

Απογυμνωμένη. Παραδομένη σε ένα μέλλον που έχει σύντομη ημερομηνία λήξεως, η ηθοποιός μας δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, δεμένη πάνω σε μια καρέκλα. Ένας ιδιαίτερα δύσκολος και απαιτητικός ρόλος, που απαιτεί ιδιαίτερη ευελιξία προκειμένου να συνδυαστεί η σκληράδα της ματαιότητας με την αγωνία της μητέρας που ψάχνει το παιδί της, έστω και μέσα από το ψυχολογικά και ηθικά κατεστραμμένο παιδί της σπείρας. Μια πραγματικά καθηλωτική ερμηνεία, αντάξια της φήμης και της ποιότητας αυτής της ηθοποιού. Μάθημα υποκριτικής, σκηνικής παρουσίας, κίνησης, συναισθηματικής έντασης και εναλλαγής, πλήρης υποταγής στο ρόλο, σε σημείο να υποφέρει και ο θεατής μαζί με την ίδια. Κάτι παραπάνω από εντυπωσιασμένη!

Μια άλλη ερμηνεία που με άφησε εξίσου άφωνη, ήταν αυτή της Αγγελικής Κοντού.

Δύσκολος και νευραλγικός ρόλος, μιας και μία ενήλικη ηθοποιός υποδύεται ένα κοριτσάκι δέκα ετών στο έργο. Ένας ακροβατικός συνδυασμός αθωότητας, παιδικότητας, παιδικού σαδισμού και βίας, αλλοτριωμένου ψυχισμού. Δε θα πω κατεστραμμένου, γιατί το παιδί που βιώνουμε στο έργο, δεν γνώρισε ποτέ του τη φυσιολογική ζωή. Οπότε δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης, γιατί απλά δεν υπάρχει οικογενειακό μοντέλο, τουλάχιστον με την ουσία που του δίδεται ώστε να θεωρείται υγιές. Ένα σχεδόν εξωγήινο μείγμα παιδιού με ψυχισμό ενήλικα, που τα παιδικά της παιχνίδια είναι από τη μια μεριά η κούκλα της και από την άλλη τα όργανα βασανιστηρίων για τα εκάστοτε θύματα των τρομοκρατών, με τους οποίους μεγαλώνει μαζί. Το αίμα είναι το γάλα με το οποίο τράφηκε και σε εκείνο μόνο αντιδρά και ανταποκρίνεται, γιατί αυτό μόνο έχει γνωρίσει. Το ψέμα και η απάτη, η δεύτερή της φύση. Η τελική σκηνή του έργου που κλείνει με το μικρό κορίτσι, είναι το λιγότερο μια σκηνή που παραλύει και σοκάρει.

Πέρα από κάθε πολιτικό μήνυμα και μάθημα στους εχθρούς του απλού λαού, το έργο αυτό σύμφωνα με τη γνώμη μου, εστιάζει και στην επίδραση της ωμής βίας στον εύθραυστο παιδικό ψυχισμό. Μια επίδραση που τα αποτελέσματά της δε δέχονται ανακατάταξη, δεν παραμερίζονται, δε λησμονούνται με την πάροδο του χρόνου.

Αυτό ακριβώς το δημιούργημα- Φρανκενστάϊν, είχε ως αποστολή να ερμηνεύσει η ηθοποιός μας. Το κατάφερε όχι απλά καλά, αλλά άψογα.

Η Ειρήνη Τσιριγώτη υποδύεται την νεαρή τρομοκράτισσα και την κούριερ, που παραδίδει ένα από τα μακάβρια δέματα στην ερωμένη του βουλευτή. Είναι όμως και η μητέρα, η οποία εκδηλώνει το στοιχειώδες προστατευτικό ένστικτο και μαζί με τον πατέρα- σύντροφο- τρομοκράτη, κάνουν μικρά όνειρα για τους δυο τους και τη μικρή κόρη. Η Ανθή Σαββάκη, υποδύεται τρεις διαφορετικούς ρόλους: το νεαρό κορίτσι στο πάρκο, την γυναίκα αστυνομικό και την ερωμένη του βουλευτή. Ο Παύλος Εμμανουηλίδης με τη σειρά του, υποδύεται κι αυτός το νεαρό αγόρι στο πάρκο, τον άντρα αστυνομικό και τον ίδιο τον βουλευτή. Δύο ή και τρεις διαφορετικοί ρόλοι, ερμηνευμένοι με τέτοιο πετυχημένο τρόπο, που μόνο μόλις έφτασε η παράσταση στο τέλος της, αντελήφθην το πώς είχαν τα πράγματα, ιδιαίτερα στην περίπτωση των δύο τελευταίων ηθοποιών. Τελικά αυτή είναι και η επιτυχία ενός καλλιτέχνη: Η πλήρης αλλαγή ταυτότητας. Όχι μόνο από άποψη εμφάνισης, αλλά επίσης, από άποψη χροιάς φωνής, κίνησης, ερμηνείας και συμπεριφοράς ως ρόλος πάνω στη σκηνή. Οι τρεις μας ηθοποιοί, ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί, αποτέλεσαν ένα ουσιώδες και ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της παράστασης, μια και έπαιξαν τους αθώους παραλήπτες των δεμάτων, με στοιχεία χιούμορ, τα οποία ενέτειναν παραπάνω το ενδιαφέρον στην ήδη ενδιαφέρουσα πλοκή του έργου. Πραγματικά εντυπωσιακή παρουσία και για τους τρεις!

Ένα στοιχείο που μου τράβηξε την προσοχή με τον πιο θετικό τρόπο στην παράστασή μας, ήταν τα υπέροχα σκηνικά, έργο του Σταύρου Λίτινα και οι φωτισμοί του Ρίζου Τσιγάρη. Τα σκηνικά, σε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον του θεάτρου, σε έκαναν να μην μπορείς να πάρεις το βλέμμα από εκεί και οι φωτισμοί, απλά απογείωσαν την παράσταση. Πότε έντονοι, πότε χαμηλοί και ανεπαίσθητοι, άλλαζαν σε κάθε σκηνή και εναλλαγή, με τρόπο κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό, αναδεικνύοντας την προσεκτική μα και εμπνευσμένη σύλληψη των σκηνικών. Μια εξαιρετική δουλειά και από τις δυο αυτές πλευρές, κάτι παραπάνω από επαγγελματική. Απλά άριστη.

Στην άρτια οργανωμένη αυτή παράσταση, αξίζει να αναφερθούν επίσης, οι μουσικές επιλογές του Πέτρου Νάκου και της Αγγελικής Κοντού, η σύνθεση και η επεξεργασία ήχων του Φαίδωνα Κτενά, οι χορογραφίες του Τάσου Μπεκιάρη, η επιμέλεια κίνησης της Έφης Δήμου, το hair styling του Κωνσταντίνου Σαββάκη και τα κοστούμια της Δέσποινας Χειμώνα. Όλα τα παραπάνω στοιχεία συντελούν στο τελικό αποτέλεσμα, το οποίο είναι σίγουρα αξιομνημόνευτο.

«To αίμα» είναι ομολογουμένως, μια πραγματικά ωμή και σκληρή πραγματικότητα σε μορφή παράστασης. Δεν χαϊδεύει αυτιά και λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Είναι μια παράσταση που μας προσγειώνει και μας προβληματίζει για το τί μας επιφυλάσσει το μέλλον, το οποίο πολλές φορές είναι ανεξέλεγκτο και δυστυχώς δεν φορά λαμπρά χρώματα. Είναι μια άλλη πλευρά της ζωής, την οποία μπορούμε άνετα να την προσπεράσουμε. Όχι όμως όταν βλέπουμε αυτή την παράσταση. Η άριστη σκηνοθεσία και έξι ηθοποιοί που πληρούν τον όρο «επαγγελματίας», μας πείθουν με τον τρόπο τους για το βαθύ νόημα του θεάτρου: μεταφορά μηνυμάτων.

Και έτσι, όταν βγαίνουμε έξω έπειτα από αυτό το έργο, δεν είμαστε πια οι ίδιοι.

Ταυτότητα παράστασης:

Κείμενο: Σέρτζι Μπελμπέλ
Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ
Σκηνοθεσία: Πέτρος Νάκος
Σκηνικά: Σταύρος Λίτινας
Κοστούμια: Δέσποινα Χειμώνα
Φωτισμοί: Ρίζος Τσιγάρης
Μουσικές επιλογές: Πέτρος Νάκος- Αγγελική Κοντού
Σύνθεση ήχων- πρωτότυπη μουσική: Φαίδων Κτενάς
Επιμέλεια κίνησης ηθοποιών: Έφη Δήμου
Βοηθός σκηνοθέτη: Χρύσα Πασιαλούδη

Παίζουν (με σειρά εμφάνισης): Μίνα Χειμώνα, Πέτρος Νάκος, Αγγελική Κοντού, Ειρήνη Τσιριγώτη, Ανθή Σαββάκη, Παύλος Εμμανουηλίδης

Πληροφορίες:

Παραστάσεις:
Από 11 Μαρτίου.
Κάθε Κυριακή στις 20.00, Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00.

Προπώληση: Mέσω viva.gr και στο ταμείο του θεάτρου.

Θέατρο «Altera Pars»
Διεύθυνση: Μεγ. Αλεξάνδρου 123
Τηλέφωνο- κρατήσεις: 210. 341 0011

to-aima_passion-theater

Αγγελική Μπάτσου

Αγγελική Μπάτσου

Γεννήθηκα πριν αρκετά καλοκαίρια (κι άλλους τόσους χειμώνες)στην Αθήνα. Είχα την τιμή να μεγαλώσω στους Αγ.Αναργύρους,όπου έζησα τα ομορφότερα παιδικάχρόνια σε μια τεράστια αυλή,παρέα με τα γατιά μου και δυο ζευγάρια παππούδες και γιαγιάδες που πάντα θα υπεραγαπώ.Έπειτα ήρθε η Γαλλική Φιλολογία,επιπλέον σπουδές σε γλώσσα και μετάφραση και η οικογένεια. Δεν σταμάτησα όμως ποτέ να είμαι παιδί της ποίησης,της λογοτεχνίας,της ζωγραφικής και της μουσικής και το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου,ήταν να ταξιδέψω σ’όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στο Θιβέτ!
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Αγγελική Μπάτσου