Γράφει η Αγγελική Μπάτσου

Bρεθήκαμε στο Νέο Θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου» για να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Οιδίπους Τύραννος» σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη.

Το Νέο Θέατρο παίζει ως τις 3 Ιουνίου αρχαία τραγωδία με μοντέρνα σκηνοθεσία και σύγχρονο ντεκόρ, όντας στο κέντρο της πιο αρχαίας συνοικίας της Αθήνας. Αυτό το πάντρεμα του παλιού και του νέου, η σημερινή διακόσμηση μαζί με παλιές φωτογραφίες και το γνωστό γνωμικό του Νίκου Καζαντζάκη στον τοίχο «δεν ελπίζω τίποτα- δε φοβάμαι τίποτα- είμαι λεύτερος», προσδίδει από μόνο του τον διαχρονικό χαρακτήρα αυτού του θεάτρου. Παρελθόν και παρόν μαζί δημιουργούν τις βάσεις, με κοινό στόχο την ανώτερη ποιότητα, τη συνέχεια της δημιουργίας στο μέλλον. Εκεί οφείλει να στοχεύει κάθε θέατρο. Εκεί κοιτά και το Νέο Θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου».

Λίγα λόγια για το έργο:

Η υπόθεση αυτού του έργου είναι ίσως από τις πιο γνωστές παγκοσμίως. Γράφτηκε από τον κορυφαίο τραγωδό Σοφοκλή το 428 π.χ., όταν η Αθήνα μαστιζόταν από ένα τρομερό λοιμό εν μέσω του Πελοποννησιακού πολέμου.

Η ιστορία ξεκινά όταν ο βασιλιάς της Θήβας, Λάϊος, πηγαίνοντας στο μαντείο για να μάθει για ποιό λόγο η σύζυγός του Ιοκάστη δεν τεκνοποιεί, πληροφορείται ότι ο γιος που τελικά θα γεννηθεί, θα τον σκοτώσει. Έτσι, όταν γεννιέται το παιδί, του τρυπούν τα πόδια για να μολυνθεί και το δίνουν σε έναν βοσκό για να το σκοτώσει. Εκείνος όμως το λυπάται και το εμπιστεύεται στον βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβο και στη βασίλισσα Μερόπη, που το δέχονται και το ανατρέφουν σαν να είναι δικό τους παιδί.

Σε κάποια γιορτή όμως, χρόνια μετά, τα άστοχα λόγια ενός μεθυσμένου, που λέει ότι δεν είναι το βιολογικό παιδί του βασιλιά, κάνουν τον Οιδίποδα να πάει στο μαντείο των Δελφών να μάθει περισσότερα. Εκεί διώχνεται με τον χειρότερο τρόπο, έπειτα από τη μαντεία- καταπέλτη ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα κοιμηθεί με τη μητέρα του, αποκτώντας και παιδιά μαζί της. Με αυτό τον φόβο, εγκαταλείπει την ιδέα να επιστρέψει στην Κόρινθο και κατευθύνεται στην αντίθετη πλευρά της χώρας. Στο τρίστρατο κοντά στη Θήβα συναντά, λογομαχεί και τελικά σκοτώνει τον Λάϊο και τη συνοδεία του, εκτός από έναν υπηρέτη. Στη συνέχεια λύνει το αίνιγμα της Σφίγγας, γίνεται βασιλιάς της Θήβας, παντρεύεται την Ιοκάστη και αποκτά τέσσερα παιδιά μαζί της. Η κατάρα ολοκληρώθηκε και έπειτα από τα εφτά χρόνια βασιλείας, η ίδια η μοίρα της χώρας που παραπαίει, ζητά την παραδειγματική τιμωρία του ενόχου. Του φονιά, του αιμομείκτη, του σύζυγου- γιου και πατέρα- αδερφού.

Μιλάμε για ατομική και συνολική ευθύνη, μιλάμε για τη μοίρα και την ελεύθερη βούληση, μιλάμε για ανθρώπινες αξίες και ήθη, για πράγματα που μας κληροδοτήθηκαν μέσα στους αιώνες και έγιναν μέρος του πολιτισμού μας και της ιστορίας μας ως Ελλάδα. Η μοντέρνα αυτή προσαρμογή κλείνει μέσα της το ένα βήμα παραπέρα: την εξέλιξη και φυσικά, τη νέα δημιουργία.

0V6A5347-1Η κριτική μας:

Φανταστείτε μια σύγχρονη εκδοχή του Οιδίποδα, όπου σε μια λιτή σκηνή εμφανίζονται τα τέσσερα μικρά παιδιά του βασιλιά (Η Αντιγόνη, η Ισμήνη, ο Πολυνείκης και ο Ετεοκλής), ο Κρέοντας και η Ιοκάστη είναι μαύροι ηθοποιοί, ο Τειρεσίας είναι άντρας που έχει κάνει αλλαγή φύλου και συνοδεύεται από ένα σκυλί- οδηγό για τυφλούς, οι ηθοποιοί φορούν κοστούμια και μοντέρνα ρούχα και ο χορός είναι ουσιαστικά τρία άτομα. Η μουσική, δυνατή, απλή και επιβλητική σε στυλ αρχαίας τραγωδίας, τα φώτα σε απόλυτη αρμονία με την εκάστοτε διάθεση και ένα καστ ηθοποιών, που με άφησε άφωνη.

Ο σκηνοθέτης μας, Χρήστος Σουγάρης, τολμά εις διπλούν. Αρχικά, να αναλάβει τη σκηνοθεσία μιας αρχαίας τραγωδίας. Κατόπιν, την απόδοση της υπάρχουσας τραγωδίας με εντελώς καινοτόμους όρους και όρια, ένα τεράστιο άλμα, το οποίο όμως δεν είναι στο κενό. Το αντίθετο, θα έλεγα. Είναι μια απόλυτα πετυχημένη, εμπνευσμένη και ρηξικέλευθη προσπάθεια, που συνδέει με τον πιο τέλειο τρόπο το παρόν με το παρελθόν. Την ιστορία με τη δημιουργία μιας παράλληλης ιστορίας, που έχει ως σκοπό να συγκινήσει και να δημιουργήσει ακριβώς αυτό που ήθελε και ο αρχαίος Σοφοκλής: δέος, συμπόνια και στο τέλος κάθαρση, σύμφωνα με τον ορισμό του φιλόσοφου Αριστοτέλη.

Εδώ θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί αν υπάρχει τη σήμερον ημέρα δέος, συμπόνοια και κάθαρση. Ο ένοχος υποφέρει άραγε από τύψεις; Δέχεται την αυτοτιμωρία ως μέθοδο τιμωρίας; Ο σύγχρονος άνθρωπος αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του; Μετανιώνει; Είναι τελικά τίμιος με τις ηθικές αρχές και τα «πιστεύω» του; Αν τελικά είναι, κατά πόσο γενναίος είναι ώστε να αντιμετωπίσει την αλήθεια κατάματα; Ακόμα κι αν τελικά καταλήξει τυφλός.

Ο Οιδίποδας έβλεπε και ζούσε μέσα στο ψέμα. Τυφλώθηκε από την αλήθεια και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του, γνωρίζοντας. Ο σύγχρονος άνθρωπος, που ζει κι αυτός μέσα στη φυλακή του ψεύδους που ο ίδιος έχει χτίσει για τον εαυτό του, έχει τη δύναμη να δει πραγματικά; Ακόμα κι αν χρειαστεί να θυσιάσει ή να θυσιαστεί…

Και όλα αυτά σε στενή συνάφεια με το παιχνίδι της μοίρας, όπως το έχει θέσει ο αρχαίος μας τραγικός. Η μοίρα τελικά μας καθορίζει ή εμείς είμαστε εκείνοι που μπορούμε να επέμβουμε και με βάση τα λάθη του παρελθόντος να φτιάξουμε ένα καλύτερο μέλλον; Αυτά είναι τα ερωτήματα που γεννήθηκαν μέσα μου, βλέποντας αυτή την παράσταση μια και ο μοντέρνος της χαρακτήρας θύμιζε το παρόν που ζούμε τώρα ως άνθρωποι. Όλοι μας είμαστε σε κάποια στιγμή της ζωής έκπτωτοι βασιλείς. Ο θρόνος τρίζει και πέφτει και μαζί βρισκόμαστε κι εμείς ν’ανασαίνουμε τη σκόνη. Το θέμα όμως είναι ότι νικητές ή χαμένοι, χτυπημένοι από τη μοίρα ή από δικά μας λάθη (μπορούμε να πιστέψουμε ό,τι θέλουμε), οφείλουμε να αντικρίζουμε τα αποτελέσματα των πράξεών μας με το βασικότερο συστατικό: αξιοπρέπεια.

Από τις πιο μοντέρνες, ενδιαφέρουσες, θεϊκά ανθρώπινες σκηνοθεσίες, που έφερε στο προσκήνιο πραγματικούς πρωταγωνιστές της ζωής, γεμάτη ρεαλισμό από τη μία και λυρισμό από την άλλη, μια τέλεια μίξη και ισορροπία, που μας κράτησε όλους άφωνους και με κομμένη ανάσα. Το μόνο που θα πω είναι ότι είναι πραγματικά κρίμα που η παράσταση αυτή παίζει ως τις 3 του μηνός. Άξιος ειλικρινών συγχαρητηρίων ο σκηνοθέτης μας.

Η μετάφραση του Βασίλη Παπαβασιλείου, μαζί με τη σκηνοθετική βοήθεια της Μαρίας Απατσίδου, τη μελετημένη και αρμονική κίνηση της Φαίδρας Σούτου και τη δραματουργική επεξεργασία της Σεβαστής Ματσακίδου, έδωσαν στην παράσταση τον αρχαιοπρεπή, μεγαλειώδη και επιβλητικό χαρακτήρα που της άρμοζε. Σε αυτό συνέβαλε στον μέγιστο βαθμό και η εξαιρετική μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη, η οποία έδωσε ταυτότητα στο έργο, οι φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα, που έδεσαν τέλεια με τη μουσική και τη σκηνοθεσία και φυσικά τα μοντέρνα, απλά μα ταυτόχρονα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια του Αριστοτέλη Καρανάνου και της Αλεξάνδρας Σιάφκου.

Σε αυτό το σημείο, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες κριτικές μου, θα αφήσω τον πρωταγωνιστή στο τέλος.

Ο Νίκος Γκέλια, ο Κώστας Λάσκος και ο Μιχάλης Μουλακάκης, ήταν αυτό που θα λέγαμε στα αρχαία δεδομένα χορός. Με τα λόγια τους, με τη σιωπή τους πολλές φορές, μοντέρνοι και ταυτόχρονα διαχρονικοί, ήταν ένα απαραίτητο στοιχείο της παράστασης. Ο νεότερος Νίκος Γκέλια, πιο παρορμητικός, λιγότερο έμπειρος στη ζωή, σε πλήρη αρμονία με τον Κώστα Λάσκο, τον γηραιότερο, που έχει δει πιο πολλά και που δυστυχώς βλέπει την κάθοδο του βασιλιά του προς το τέλος της δικής του καθόδου και τέλος ο Μιχάλης Μουλακάκης, με μια βαλίτσα στο χέρι και γυαλιά ηλίου, μας τονίζει ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι τελικά η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τρεις ξεχωριστές παρουσίες, που ταίριαξαν απόλυτα με τη φιλοσοφία του έργου. Πάρα πολύ καλοί ηθοποιοί, εντυπωσίασαν και με το παραπάνω.

Ο σκηνοθέτης μας, Χρήστος Σουγάρης, τολμά εις διπλούν. Αρχικά, να αναλάβει τη σκηνοθεσία μιας αρχαίας τραγωδίας. Κατόπιν, την απόδοση της υπάρχουσας τραγωδίας με εντελώς καινοτόμους όρους και όρια, ένα τεράστιο άλμα, το οποίο όμως δεν είναι στο κενό. Είναι μια απόλυτα πετυχημένη, εμπνευσμένη και ρηξικέλευθη προσπάθεια, που συνδέει με τον πιο τέλειο τρόπο το παρόν με το παρελθόν.

0V6A5263-1Ο Γρηγόρης Ποιμενίδης και ο Γιώργος Ψυχογυιός ως οι χωρικοί από την Κόρινθο και τη Θήβα αντίστοιχα, μας προσέφεραν στοιχεία χιούμορ ο πρώτος και ρεσιτάλ τραγικής ερμηνείας ο δεύτερος. Η σκηνή ανάκρισης ανάμεσα στον βασιλιά και στον χωρικό (Γιώργος Ψυχογυιός), είναι κάτι παραπάνω από έντονη και ωμή. Σπαράζει η καρδιά και για τους δύο και ιδιαίτερα για τον γέρο άνθρωπο, που πήρε τη δυσκολότερη απόφαση της ζωής του όταν πήγε να κάνει κάτι καλό και τελικά, άθελά του, δημιούργησε το χειρότερο κακό. Δε σκότωσε έναν μελλοντικό φονιά, γιατί δεν μπόρεσε να σκοτώσει ένα ανυπεράσπιστο μωρό.

Μπράβο και στους δύο για τους ρόλους τους.

Η μελαψή Ιοκάστη, έρχεται να μας εντυπωσιάσει με την παρουσία της Νίκης Σερέτη.

Με κομψότητα, άνεση, χάρη και ομορφιά, η ηθοποιός μας γίνεται η τέλεια βασίλισσα- μητέρα, η κρυφή δύναμη, η τραγική σύζυγος, που μη μπορώντας να αντέξει το βάρος της αλήθειας, στο τέλος βάζει τέρμα στη ζωή της. Η ηθοποιός αυτή δε χρειάζεται πολλά για να επιβληθεί με την παρουσία της. Το εκτόπισμα και η χροιά της φωνής της, την κάνουν να ξεχωρίζει αμέσως και αν προσθέσουμε σε όλο αυτό και το αδιαμφισβήτητο ταλέντο της, έχουμε να κάνουμε με μια πρώτης τάξεως ερμηνεία. Πολλά μπράβο της αξίζουν κι ακόμα παραπάνω.

Η Μπέτυ Βακαλίδου υποδύεται τον μάντη Τειρεσία. Μακράν ένα από τα πιο ξεχωριστά στοιχεία της παράστασης, μια ερμηνεία που μένει. Τόσο ξεχωριστή ως παρουσία και απόδοση, τόσο όμορφα στημένη άρθρωση λόγου, ένας ομολογουμένως εντελώς διαφορετικός Τειρεσίας, ένας Τειρεσίας όμως που είναι φτιαγμένος για να μείνει αξέχαστος. Τολμηρή επιλογή μεν, αλλά ευφυέστατη δε. Μεγάλο ατού η υπέροχη ερμηνεία της ηθοποιού μας και ομολογώ ότι είναι η πρώτη φορά που βλέπω σκυλί- οδηγό σε παράσταση και ειλικρινά, λάτρεψα την ιδέα!

Μπράβο της για τον ρόλο αυτό!

Ο Σαμουήλ Ακίνολα είναι ο Κρέοντας. Ομολογώ ότι από τότε που ως έφηβη διάβαζα τον «Οιδίποδα Τύραννο», φανταζόμουν τον Κρέοντα ως άνθρωπο με μελαμψό ή μαύρο δέρμα. Αυτό που είδα ως ιδέα για τον Κρέοντα, δεν με εξέπληξε, ομολογώ. Ήταν ακριβώς η εικόνα που είχα πλάσει όλα αυτά τα χρόνια στον νου μου. Μακρύ ράστα μαλλί σε κοτσίδα, ντυμένος στα λευκά, ο ηθοποιός μας έκανε τη διαφορά. Με το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του, ταίριαξε απόλυτα με όλους τους υπόλοιπους ηθοποιούς και ταυτόχρονα ξεχώρισε τόσο για το παρουσιαστικό του, όσο και για τον ρόλο του. Εντυπωσιακός, άμεσος, έντονος, γεμάτος δύναμη. Μια άριστη ερμηνεία.

Και πάμε στον Οιδίποδα Τύραννο ή αλλιώς στον Ντένη Μακρή. Άφησα το όνομά του τελευταίο ως φόρο τιμής. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι έχω την τύχη ως δημοσιογράφος- κριτικός να συναντώ καλούς και πάρα πολύ καλούς ηθοποιούς, που με κάνουν και νιώθω περήφανη για τον ελληνικό καλλιτεχνικό χώρο και αισιόδοξη για το τί επιφυλάσσει το μέλλον. Τί γίνεται όμως, όταν συναντώ σε μια παράσταση τον «άριστο»; Τον καλλιτέχνη που «κάνει τη διαφορά». Που αποτελεί πρότυπο. Που δεν μπορεί να τον φτάσει κανείς ή ακόμα κι αν τον φτάσει, στα σίγουρα δεν μπορεί να τον ξεπεράσει, γιατί θα έχει ήδη ξεπεράσει ο ίδιος τον εαυτό του.

Οι λέξεις «μπράβο» και «συγχαρητήρια» είναι αδύναμες για να εκφράσουν το μέγεθος του ταλέντου και της λάμψης που είδα. Θα πω μόνο αυτό: μακράν ό,τι καλύτερο έχω δει ως τώρα σε γενικό επίπεδο. Ας πούμε ότι νιώθω απλά τυχερή, που είχα την τύχη να κάθομαι στις πρώτες θέσεις και να έχω μπροστά μου αυτό που θεωρώ με τα δικά μου δεδομένα τέλειο.

Μοντέρνος, ευάλωτος, τρυφερός, απεγνωσμένος, θυμωμένος, απελπισμένος, χαμένος, δίκαιος, αυτοτιμωρός, θύμα της μοίρας και των αποφάσεων, ένας έκπτωτος βασιλιάς, χωρίς θρόνο, χωρίς πατρίδα, που αποχαιρετά τα παιδιά του και συνεχίζει από εκεί που ξεκίνησε το ταξίδι του… «Τι είναι αυτό που το πρωΐ περπατά με τα τέσσερα, το μεσημέρι με τα δύο και όταν δύει ο ήλιος με τα τρία;».

Δεν πρόκειται να ξεχάσω αυτή την ερμηνεία ποτέ.

Η παράσταση αυτή, αν και τελειώνει, θεωρώ ότι είναι μια προσπάθεια, η οποία πρέπει να έχει συνέχεια. Λίγοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί βγάζουν αυτό το αποτέλεσμα στη σκηνή. Όλη η ομάδα αξίζει τους καλύτερους επαίνους, τις καλύτερες ευχές για το μέλλον και ειλικρινά εύχομαι από καρδιάς να ξαναδώ το συγκεκριμένο έργο να ξανανεβαίνει.

Μιλάμε για ατομική και συνολική ευθύνη, μιλάμε για τη μοίρα και την ελεύθερη βούληση, μιλάμε για ανθρώπινες αξίες και ήθη, για πράγματα που μας κληροδοτήθηκαν μέσα στους αιώνες και έγιναν μέρος του πολιτισμού μας και της ιστορίας μας ως Ελλάδα. Η μοντέρνα αυτή προσαρμογή κλείνει μέσα της το ένα βήμα παραπέρα: την εξέλιξη και φυσικά, τη νέα δημιουργία. Αυτό συνεπάγεται έργο, πλάνο, όνειρο και αισιοδοξία. Αυτά ακριβώς που έχουμε όλοι απόλυτα ανάγκη.

Από τις πιο μοντέρνες, ενδιαφέρουσες, θεϊκά ανθρώπινες σκηνοθεσίες, που έφερε στο προσκήνιο πραγματικούς πρωταγωνιστές της ζωής, γεμάτη ρεαλισμό από τη μία και λυρισμό από την άλλη, μια τέλεια μίξη και ισορροπία, που μας κράτησε όλους άφωνους και με κομμένη ανάσα.

λήψηςΤαυτότητα παράστασης:

Σκηνοθεσία: Χρήστος Σουγάρης
Μετάφραση: Βασίλης Παπαβασιλείου
Μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης
Σκηνικά- κοστούμια: Αριστοτέλης Καρανάνος, Αλεξάνδρα Σιάφκου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Κίνηση: Φαίδρα Σούτου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Απατσίδου
Βοηθοί σκηνογράφων- ενδυματολόγων: Δώρα ΤουρβάΜαρίνα Βερλέκη
Δραματουργική επεξεργασία: Σεβαστή Ματσακίδου

Ηθοποιοί:
Ντένης Μακρής
Νίκος Γκέλια
Σαμουήλ Ακίνολα
Κώστας Λάσκος
Μπέτυ Βακαλίδου
Νίκη Σερέτη
Γρηγόρης Ποιμενίδης
Γιώργος Ψυχογυιός
Μιχάλης Μουλακάκης
Άρης Κρητικός
Σιαμάκα Ακαμπούογκ
Ίων Δημητριάδης
Δέσποινα- Μαρία Μαρτσέκη.

Από 23 Μαΐου έως 3 Ιουνίου 2018. Για δέκα παραστάσεις.

Διεύθυνση: Προφήτου Δανιήλ 3 και Πλαταιών, Κεραμεικός.
Τηλέφωνο κρατήσεων: 2110132002 έως 5

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη έως και Κυριακή στις 21:00.

Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ, 13 ευρώ, 8 ευρώ , 5 ευρώ.
Η προπώληση εισιτηρίων όλων των παραστάσεων θα γίνει μέσω του δικτύου viva στην τιμή των 10 ευρώ.

Διάρκεια: 90 λεπτά
oidipous-turannos

Αγγελική Μπάτσου

Αγγελική Μπάτσου

Γεννήθηκα πριν αρκετά καλοκαίρια (κι άλλους τόσους χειμώνες)στην Αθήνα. Είχα την τιμή να μεγαλώσω στους Αγ.Αναργύρους,όπου έζησα τα ομορφότερα παιδικάχρόνια σε μια τεράστια αυλή,παρέα με τα γατιά μου και δυο ζευγάρια παππούδες και γιαγιάδες που πάντα θα υπεραγαπώ.Έπειτα ήρθε η Γαλλική Φιλολογία,επιπλέον σπουδές σε γλώσσα και μετάφραση και η οικογένεια. Δεν σταμάτησα όμως ποτέ να είμαι παιδί της ποίησης,της λογοτεχνίας,της ζωγραφικής και της μουσικής και το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου,ήταν να ταξιδέψω σ’όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στο Θιβέτ!
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Αγγελική Μπάτσου