Γράφει η Αγγελική Μπάτσου

Βρεθήκαμε στο θέατρο «Τέσσερις εποχές» για να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Η γκιλοτίνα» του συγγραφέα Γιώργου Α. Χριστοδούλου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόρτζου.

Το θέατρο που μας άνοιξε τις πόρτες του, ιδρύθηκε το 2000 από τη Γιούλη Ζήκου και τον Γιάννη Μόρτζο. Σπουδαίες παραστάσεις φιλοξενήθηκαν στη σκηνή του, όπως: «Του Κουτρούλη ο γάμος» του Α. Ρίζου Ραγκαβή, «Ο Μνηστήρ της Αρχοντούλας» του ιδίου, «Προς Αλεξανδρούπολη» του Π. Μέντη, «Η Βαβυλωνία» του Βυζάντιου, «Ο Φιάκας» του Δ. Σιμιτζή, «Το παιχνίδι της φαντασίας» του Κορνέιγ, «Η Σαμία» του Μενάνδρου, «Δείπνο με τον σύντροφο Στάλιν» του Ίον Ντρούτσε, «Η Απολογία του Σωκράτη» και «Γιαννούλης Χαλεπάς: η κοιμωμένη μου» του Γιώργου Α. Χριστοδούλου.

Το kallitexnes.gr είχε την τιμή να παρακολουθήσει ένα ακόμα έργο του τελευταίου, στη φιλόξενη αίθουσα του θεάτρου. Με το που έκλεισαν τα φώτα και ξεκίνησε η προβολή βίντεο στον τοίχο, γρήγορα το κοινό αντελήφθη ότι έβλεπε κάτι το ξεχωριστό και διαφορετικό. Το αποτέλεσμα, πιστεύω ότι δικαίωσε την άποψη αυτή…

Λίγα λόγια για το έργο:

Παραμονή μιας καίριας νύχτας που θα αλλάξει οριστικά τα δεδομένα, σε μια άχρονη εποχή και ανώνυμη χώρα (που θα μπορούσε να είναι και η δική μας φυσικά, μια και είμαστε μέρος της Ευρώπης του Νότου και γνωρίζουμε τη δύναμη ή αδυναμία τελικά ενός ναι ή ενός όχι), τέσσερις φαινομενικά άγνωστοι διασταυρώνουν τα μονοπάτια τους και τα λεκτικά τους ξίφη μέσα στο κελί ενός κρατητηρίου. Κανείς δε γνωρίζει τι θα ξημερώσει… αν τελικά ξημερώσει μια νέα μέρα, τόσο για αυτούς, όσο και για το μέλλον της χώρας τους… Παρελθόν, παρόν και μέλλον συγκρούονται σαν καράβια σε τρικυμία μέσα από τις αναμνήσεις, τα πιστεύω, τα συναισθήματα, τα όνειρα και τις ουτοπίες του καθενός από τους πρωταγωνιστές. Υπάρχει τελικά νικητής και χαμένος στο αδυσώπητο «χοιροστάσιο»; Οι απαντήσεις επί σκηνής…

Η κριτική μας:

Η κριτική ενός θεατρικού έργου που βασίζεται στο βιβλίο ενός συγγραφέα, συνεπάγεται και τη μελέτη και ανάλυση του ίδιου του βιβλίου. Ομολογώ ότι ο συγκεκριμένος λογοτέχνης, ο κύριος Γιώργος Α. Χριστοδούλου, είναι από τους πιο ενδιαφέροντες που έχω μελετήσει. Τα κείμενά του είναι σαφή μεν, αλλά όπως διάβασα και από άλλες πηγές, εξαιρετικά βαθιά ως περιεχόμενο, λόγω του συμβολισμού και του αλληγορικού στοιχείου που εμπεριέχουν.

Παρατήρησα ότι η πλοκή στο συγκεκριμένο έργο είναι ρεαλιστική και μπορεί με άνεση κάποιος να την μεταφράσει, έτσι ακριβώς όπως τη διαβάσει ως πρώτη ανάγνωση ή τη δει ως θεατής στην παράσταση. Ταυτόχρονα όμως, η κάθε λέξη και στοιχείο της πλοκής έχει έναν συμβολισμό και αποτελεί μια αλληγορία, που αφορά τον άνθρωπο ως πολιτικό και κοινωνικό ον και στα σίγουρα τίποτα και κανείς σε αυτή την παράσταση δεν είναι τελικά αυτός που δείχνει…

Οι σχέσεις των τεσσάρων αυτών ανθρώπων δεν είναι καθόλου τυχαίες. Αν στη σκηνή φανερώνεται ξεκάθαρα η στενή σχέση μεταξύ του αστυνομικού Μπιλ και της επαναστάτριας Ειρήνης, η ύπαρξη ενός όπλου και ενός πορτοφολιού και κυρίως οι τελευταίες σκηνές του έργου, μας αποκαλύπτουν τον σύνδεσμο του άστεγου Εμμανουήλ με τον κλέφτη(;) Αντουάν και τον ίδιο τον Μπιλ. Όλο αυτό μέσα σε ένα αλληγορικό πλάνο, που παραπέμπει είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι, στην τωρινή κατάσταση της χώρας μας και γενικά στην ανθρώπινη ιστορία ανά τους αιώνες.

47319840_2164429370484750_7447021997575372800_nΑν το χοιροστάσιο είναι το κράτος ως θεσμός και τα γουρούνια οι πολίτες, τότε το σφαγείο είναι η πείνα και η εξαθλίωση, το γουρούνι που ξεφεύγει είναι ο άνθρωπος που αντιστέκεται και η γκιλοτίνα γίνεται η τιμωρία, η οποία ενίοτε αφορά το θύμα ή τον θύτη. Ή και τους δύο. Σε διαφορετικές χρονικές στιγμές φυσικά ο καθένας…

Όπως μπορεί να αντιληφθεί λοιπόν ο καθένας από εμάς, ο Γιάννης Μόρτζος ως σκηνοθέτης του θεατρικού είχε ένα εξαιρετικά απαιτητικό κείμενο, που έπρεπε να το παρουσιάσει με τον σωστό τρόπο, να το κάνει τόσο κατανοητό όσο χρειάζεται, προκειμένου να οδηγήσει τον θεατή σε νέα ερωτήματα ακόμα και όταν η παράσταση ολοκληρωθεί και κυρίως… να το μεταφέρει ως οπτική και ακουστική μαρτυρία στη σκηνή, τονίζοντας τα σωστά σημεία του.

Με τη βοήθεια της Τιτίκας Ποθητής Μαρίνου, η οποία επίσης ως παρουσιάστρια προλογίζει το έργο, το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους ήταν άριστο από κάθε άποψη. Μια παράσταση τέλεια δουλεμένη, στα σωστά μέτρα, χωρίς υπερβολές, γεμάτη ενέργεια και δραματικούς ρόλους που ενώ ήταν έντονοι και δυναμικοί, κράτησαν μέχρι το τέλος τον χαρακτήρα της αρχαίας τραγωδίας. Οι ήρωες του έργου αυτού ακόμα κι όταν πέφτουν, στέκονται… αυτή την εντύπωση έλαβα ως θεατής και κριτικός.

Μέσα στο αρχέγονο παιχνίδι της ζωής και του θανάτου, με συντροφιά τον έρωτα και τον πόνο, κάποια στιγμή έρχεται και η λύτρωση. Η ώρα της λύτρωσης λοιπόν, ας κατανοήσουμε ότι κάποιες φορές ντύνεται τη μάσκα της τιμωρίας…

Ο κάθε χαρακτήρας γεννά συμπάθεια και δέος και τούτο, γιατί τελικά αυτό που καθορίζει έναν άνθρωπο είναι η τελική απόφαση. Σε αυτή την παράσταση, ο καθένας έρχεται αντιμέτωπος με τις επιλογές του. Χαράσσει τον δρόμο του και επιλέγει την τιμωρία τόσο των άλλων, όσο και τη δική του. Τη γκιλοτίνα.

Θεωρώ ότι η εμπειρία του ως καλλιτέχνης, φάνηκε για άλλη μια φορά σε αυτή την παράσταση. Μέσα σε μια μικρή σκηνή, κατόρθωσε να χωρέσει τη ζωή τεσσάρων πρωταγωνιστών και την ιστορία μιας χώρας. Ένωσε τη ζωή με τον θάνατο και μας απέδειξε ότι η επίτευξη των ιδανικών, ακόμα και όταν υφίσταται τιμωρία ή αυτοτιμωρία, επιφέρει την κάθαρση. Τη λύτρωση από τους βρόγχους, που κλείνουν τη φωνή και την ανάσα.

Ο ίδιος ως Εμμανουήλ ο άστεγος και ως Δελής στο τέλος του έργου, δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας ερμηνεύοντας δύο χαρακτήρες σε έναν ρόλο. Η μεταμόρφωση είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακή και ειδικά οι τελευταίες στιγμές του έργου πραγματικά σοκάρουν, μα δίνουν ταυτόχρονα και την τελική λύση. Την τέλεια λύση του δράματος. Η εικόνα του πατέρα και οι παιδικές αναμνήσεις και τραύματα, το πατρικό μοντέλο, ο αγώνας για την αυτοβελτίωση για να γίνει κάποιος κάτι σημαντικό, αισθάνομαι ότι περιέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία, τα οποία βρίσκουν διέξοδο μέσα από τα λόγια, τόσο του Εμμανουήλ στην αρχή, όσο και του Δελή στο τέλος. Μέσα από υπέροχους διαλόγους και μονολόγους, ερχόμαστε κοντά και στην κυριολεξία συμπάσχουμε με τον άνθρωπο αυτό, που οδηγείται με καθαρά συνειδητή απόφαση στην εσχάτη των ατομικών ποινών. Στη δική του γκιλοτίνα. Μια αξιομνημόνευτη και αξέχαστη ερμηνεία από το πρώτο λεπτό ως το τελευταίο. Θερμά συγχαρητήρια!

47578432_325977231324272_3869270946737029120_nΕκείνο που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα στο συγκεκριμένο θεατρικό, είναι το γεγονός ότι οι χαρακτήρες του κρύβουν πολλούς άσσους στο μανίκι τους. Για ποιο λόγο ένας υπουργός που κρατάει όπλο και δεν του το έχει πάρει κανένας αστυνομικός, βρίσκεται στη φυλακή χωρίς ταυτότητα, μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο; Γιατί ο Αντουάν λίγο πριν φύγει, απαντά στον άστεγο ότι «έχουν μείνει λίγα λεπτά» στην ερώτησή του «τί ώρα είναι»; Γιατί η ομιλία του αλλάζει προς το τέλος και γίνεται ανάλογη των γνώσεών του για στοιχεία ιστορίας; Γιατί το πορτοφόλι παραμένει στα χέρια του κλεφτάκου και όχι της αστυνομίας; Στην τελική… ποιός είναι ακριβώς ο ρόλος του αστυνομικού; Ποιόν προστατεύει; Ποιόν καλύπτει; Με ποιανού το μέρος δείχνει ότι είναι και με ποιό μέρος είναι όντως τελικά; Μήπως με τον φυλακισμό της τέως αγαπημένης του, προκειμένου να σώσει τη ζωή της, άλλαξε εντελώς η φύση του διαλόγου ανάμεσα στο κελί; Τις ίδιες στιχομυθίες θα είχαμε, αν εκείνη ήταν απούσα; Με αυτά τα ερωτήματα, αντιλαμβάνεται κανείς τη συνθετότητα, τόσο του έργου, όσο και των χαρακτήρων αυτού.

Ένας υπέροχος και ξεκάθαρος χαρακτήρας, γεμάτος νεύρο και οργή είναι εκείνος της επαναστάτριας Ειρήνης, που τον ερμηνεύει η Γιούλη Ζήκου. Mια επαναστάτρια με αιτία, που μια ζωή παλεύει για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του απλού κόσμου. Το δικό της Ευαγγέλιο είναι η ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης, η προάσπιση των ίσων δικαιωμάτων, μια και η ίδια έζησε την έλλειψη σε κάθε κύτταρο του κορμιού της. Έζησε σε ένα ορφανοτροφείο… ζει ακόμα σε ένα τεράστιο ορφανοτροφείο. Έτσι νιώθει μέσα στην ψυχή της μια χώρα, που στερείται των θεμελιωδών δικαιωμάτων ελευθερίας και ισότητας. Είναι ένας άνθρωπος που επειδή δεν έμαθε ποτέ τις πραγματικές του ρίζες, δεν κατόρθωσε να ριζώσει πουθενά. Όπως λέει και ο Μπιλ ή Βασίλης, πέρασε τη ζωή της περιπλανώμενη, φωνάζοντας και προασπίζοντας τα δικαιώματα των λιγότερο ευνοημένων. Είναι μία από αυτούς…

Μια τραγική ερμηνεία σε κάθε επίπεδο. Η οργισμένη της κραυγή φωνάζει τον πιο ωμό πόνο και το βάρος των γεγονότων που στοιβάζονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μοιάζει να την συνθλίβει. Το τελικό ράπισμα έρχεται από μια αδέσποτη σφαίρα, που της στερεί ό,τι είχε αγαπήσει. Την φωτεινή της ηλιαχτίδα μέσα στα αχανή και ανεξερεύνητα σκοτάδια του σύγχρονου κόσμου. Ως συνήθως όμως, αντιλαμβανόμαστε ό,τι έχει πραγματική αξία μόνο όταν αυτό χαθεί οριστικά…Ένας εξαιρετικά απαιτητικός ρόλος που μόνο μια ερμηνεύτρια, όπως η Γιούλη Ζήκου, θα μπορούσε να ερμηνεύσει με τέτοια ακρίβεια και αμεσότητα. Εντυπωσίασε βαθύτατα το κοινό και της αξίζουν πολλά συγχαρητήρια! Της εύχομαι μόνο τα καλύτερα!

Μια παράσταση τέλεια δουλεμένη, στα σωστά μέτρα, χωρίς υπερβολές, γεμάτη ενέργεια και δραματικούς ρόλους που ενώ ήταν έντονοι και δυναμικοί, κράτησαν μέχρι το τέλος τον χαρακτήρα της αρχαίας τραγωδίας. Οι ήρωες του έργου αυτού ακόμα κι όταν πέφτουν, στέκονται…

Ο Μπιλ ή αλλιώς Βασίλης ο αστυνομικός, εκείνος που συντηρεί και καθαρίζει τους «στάβλους» και καθοδηγεί τα «γουρούνια» στην τιμωρία τους, ερμηνευμένος από τον Πασχάλη Τσαρούχα, αποτελεί σύμφωνα με τη γνώμη μου έναν καλτ χαρακτήρα. Ήρωας βιβλίου και αφανής ήρωας ζωής, προστατεύει το κορίτσι που αγάπησε και τον γιο του, προτάσσοντας την ιδιότητά του ως όργανο της τάξης. Για όλους είναι ο Βασίλης. Για εκείνον όμως, όπως λέει αρχικά είναι ο Μπιλ. Ο άνθρωπος που ζει μέσα στον κόσμο του «ναι», τον ακολουθεί για την προστασία του γιου του, όμως η ψυχή του ανήκει στο «όχι» όλων αυτών που έζησαν ή ζουν μέσα στην αδικία. Ο διπλός ρόλος του δύσκολα γίνεται διακριτός, όμως αιτιολογεί και εν μέρει δικαιολογεί πολλά πράγματα. Ένας λεπτός υποκριτικός χειρισμός, που στηρίχθηκε σε απόλυτες ισορροπίες και έδωσε ένα στιβαρό αποτέλεσμα μέσα από την ερμηνεία ενός ιδιαίτερα ταλαντούχου και πολύπλευρου ερμηνευτή. Για άλλη μια φορά, ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης απέδειξε το τεράστιο ταλέντο του. Τον ευχαριστώ ιδιαίτερα για την τόσο ξεχωριστή του ερμηνεία!

Ο Γιάννης Πολιτάκης ερμηνεύει τον Αντουάν, τον μικροκλέφτη που μας κάνει να γελάμε με τον χιούμορ του, μας εκπλήσσει με τις γνώσεις που τελικά έχει για τα πάντα και μας βάζει σε μεγάλα ερωτηματικά για τον ακριβή ρόλο του σε όλο αυτό. Το σίγουρο είναι ότι τον ρόλο του, τόσο ως ανίδεος απατεώνας, όσο και ως καλλιτέχνης τον έπαιξε αριστοτεχνικά. Μια ερμηνεία που σε πλήρη αρμονία και ισορροπία με το κείμενο, έδεσε με τέλειο τρόπο με τους λοιπούς πρωταγωνιστές και δημιούργησε έναν εξίσου δυνατό και ιδιαίτερα σημαντικό για το έργο χαρακτήρα. Σύμφωνα με το έργο, η αποστολή του είναι η διατήρηση και εν συνεχεία η παράδοση της αστυνομικής ταυτότητας. Το μέσο διατήρησης, είναι ο ίδιος ο διφορούμενος ρόλος. Εξαιρετική ερμηνεία, άνεση, εκτόπισμα και υποκριτική ικανότητα, στοιχεία που δεν πέρασαν απαρατήρητα και προκάλεσαν τον θαυμασμό και την εκτίμηση όλων μας. Του ευχόμαστε μόνο τα καλύτερα για το μέλλον και πάντα να μας προσφέρει τέτοιου είδους ποιοτικά θεάματα!

Η Λαμπρινή Καρδαρά έχει επιμεληθεί τα σκηνικά και τα κοστούμια και ο Τάκης Ποδαρόπουλος τους φωτισμούς. Προσεγμένη μελέτη του χώρου, σωστή χρήση σκηνικών και επίπλων με ιδιαίτερη έμφαση στην τόσο πετυχημένη μεταμφίεση του Γιάννη Μόρτζου, στα σίγουρα όλο το έργο της Λαμπρινής Καρδαρά δεν πέρασε απαρατήρητο. Το ίδιο ισχύει και για τους αρμονικούς φωτισμούς, που άλλαζαν ανάλογα με την πλοκή και την εκάστοτε δράση και σκηνές. Υπέροχη δουλειά και από τους δύο δημιουργούς. Τους αξίζει ένα μεγάλο μπράβο.

Το ίδιο μπράβο και πολλά συγχαρητήρια αξίζει και ο συνθέτης της μουσικής του έργου, Τάκης Μπινιάρης. Με μαγικό σχεδόν τρόπο, ο σπουδαίος και έμπειρος μουσικός κατόρθωσε να αποτυπώσει με νότες όλη την ψυχολογία και τη φιλοσοφία της παράστασης. Η μουσική επένδυση ενός έργου, είναι ένα κομμάτι ιδιαίτερα σημαντικό και ουσιαστικά καθορίζει και καθοδηγεί κατά κάποιο τρόπο τα συναισθήματα των θεατών. Θεωρώ απόλυτα συμβατή την ένωση μουσικής-πλοκής υπό την καθοδήγηση του καλλιτέχνη μας, μια και το αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από αρμονικό. Ήταν πραγματικά όμορφο…

Κάθε γεγονός, κάθε καθημερινή ή και ιστορική στιγμή, έχει τον δικό της συμβολισμό και αλληγορία. Η χρήση των δύο αυτών στοιχείων προάγει τον στοχασμό, τον προβληματισμό και την ανάλυση προς αναζήτηση λύσεων σε υπαρκτό πρόβλημα. Το έργο «Η γκιλοτίνα» είναι ένας καθαρός συμβολισμός με αλληγορικές προεκτάσεις, βασισμένο όμως σε ένα πανέξυπνο, ιδιοφυές σενάριο, το οποίο στηρίζει το όλο οικοδόμημα με στερεές, μελετημένες ως την τελευταία λεπτομέρεια βάσεις. Αυτό ακριβώς το πράγμα το κάνει και τόσο δυνατό ως έργο.

Μην περιμένετε ότι θα δείτε μια εύκολη παράσταση. Θα έρθετε αντιμέτωποι με έναν άλλο τρόπο σκέψης και αντιμετώπισης της ζωής, θα γίνετε μάρτυρες δύο μαρτύρων, θα καταλάβετε ότι πάντα θα υπάρχουν δύο πλευρές, πάντα θα υπάρχει ένα «ναι» και ένα «όχι», ένα μαύρο και ένα άσπρο, ένας θύτης και ένα θύμα. Μόνο έτσι λειτουργεί ένα οργανωμένο χοιροστάσιο και είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι η γκιλοτίνα (η τιμωρία), γεννήθηκε ταυτόχρονα με τον άνθρωπο. Μέσα στο αρχέγονο παιχνίδι της ζωής και του θανάτου, με συντροφιά τον έρωτα και τον πόνο, κάποια στιγμή έρχεται και η λύτρωση. Η ώρα της λύτρωσης λοιπόν, ας κατανοήσουμε ότι κάποιες φορές ντύνεται τη μάσκα της τιμωρίας… Ας συγχωρεθούμε λοιπόν και μαζί μ’ εμάς, όλοι και όλα….

Ο κάθε χαρακτήρας γεννά συμπάθεια και δέος και τούτο, γιατί τελικά αυτό που καθορίζει έναν άνθρωπο είναι η τελική απόφαση. Σε αυτή την παράσταση, ο καθένας έρχεται αντιμέτωπος με τις επιλογές του. Χαράσσει τον δρόμο του και επιλέγει την τιμωρία τόσο των άλλων, όσο και τη δική του. Τη γκιλοτίνα.

Συντελεστές:

Συγγραφέας: Γιώργος Α. Χριστοδούλου
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μόρτζος
Σκηνικά-κοστούμια: Λαμπρινή Καρδαρά
Μουσική: Τάκης Μπινιάρης
Βοηθός σκηνοθέτη: Τιτίκα Ποθητή Μαρίνου
Φωτισμοί: Τάκης Ποδαρόπουλος
Φωτογραφίες: Απόστολος Ντελάλης
Προβολή-επικοινωνία: Brainco (Σταυρούλα Κεντιέ)

Ερμηνεύουν:
Εμμανουήλ (Άστεγος): Γιάννης Μόρτζος
Ειρήνη (Επαναστάτρια): Γιούλη Ζήκου
Βασίλης (Αστυνομικός): Πασχάλης Τσαρούχας
Αντουάν (Μικροκλέφτης): Γιάννης Πολιτάκης

Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη: 19.15
Πέμπτη: 21.15
Παρασκευή: 21.15
Σάββατο: 21.15
Κυριακή: 19.15

Εισιτήρια:
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή: 15 ευρώ
Τετάρτη (λαϊκή απογευματινή): 10 ευρώ
Φοιτητικό, άνεργοι: 10 ευρώ

Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά

Θέατρο «Τέσσερις ΕποχέςΓιάννης Μόρτζος»
Μοσχονησίων 36 και Σπάρτης.
Πλατεία Αμερικής.
Τηλ: 210-88.12.289
47578484_1814807688645599_6135565527721967616_n

47305490_500244147152264_8767474800416260096_n

47484852_339154473534322_617083721220096000_n

Ευχαριστούμε πολύ τον Ζώη Τριανταφύλλου Σφακιανάκη για την παραχώρηση των φωτογραφιών.

Αγγελική Μπάτσου

Αγγελική Μπάτσου

Γεννήθηκα πριν αρκετά καλοκαίρια (κι άλλους τόσους χειμώνες)στην Αθήνα. Είχα την τιμή να μεγαλώσω στους Αγ.Αναργύρους,όπου έζησα τα ομορφότερα παιδικάχρόνια σε μια τεράστια αυλή,παρέα με τα γατιά μου και δυο ζευγάρια παππούδες και γιαγιάδες που πάντα θα υπεραγαπώ.Έπειτα ήρθε η Γαλλική Φιλολογία,επιπλέον σπουδές σε γλώσσα και μετάφραση και η οικογένεια. Δεν σταμάτησα όμως ποτέ να είμαι παιδί της ποίησης,της λογοτεχνίας,της ζωγραφικής και της μουσικής και το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου,ήταν να ταξιδέψω σ’όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στο Θιβέτ!
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Αγγελική Μπάτσου