Συνέντευξη στη θεατρική ομάδα της παράστασης “Το αίμα νερό γίνεται”

Mια συνέντευξη σε τέσσερις νέους καλλιτέχνες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν το έργο τους με σεβασμό τόσο στους ίδιους όσο και στο κοινό τους, με ταπεινότητα και σοβαρότητα, είναι θεόσταλτο δώρο για μια δημοσιογράφο, για το γεγονός ότι με αυτόν τον τρόπο, αποκτά ποιότητα και το δικό της έργο. Με πολλή δουλειά και ουσιαστικές συνεργασίες, μέσα από πρόβες και κούραση (τόσο σωματική, όσο και ψυχική), η τόσο ενδιαφέρουσα αυτή ομάδα, σε πείσμα των καιρών που βασίζεται στα ηχηρά-κραυγαλέα αλλά ενίοτε παραπλανητικά οπτικοακουστικά φαινόμενα, με όπλο το ταλέντο, την ωριμότητα και την αγάπη της για το θέατρο, σας περιμένει στο “Αίμα νερό γίνεται”. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα, διαβάστε την τόσο ενδιαφέρουσα αυτή συνέντευξη. Αν θέλετε επιπλέον να κατανοήσετε σε βάθος στα νοήματα του θεατρικού αυτού, η παράσταση σας περιμένει…Oδυσσέα, Μαίρη, Ελένη και Μανώλη, ο λόγος δικός σας!

Η γνωστή παροιμία λέει ότι το αίμα νερό δε γίνεται…εσύ όμως Οδυσσέα μέσα από τη συγγραφή και τη σκηνοθεσία του νέου θεατρικού που ονομάζεται “Το αίμα νερό γίνεται”, θα προσπαθήσεις για δεύτερη σεζόν, να μας πείσεις για το αντίθετο. Ποια είναι τα μέσα της καλλιτεχνικής πειθούς σου;

Οδυσσέας Κριθαριώτης: Έχω δει πολλά πράγματα που έδειχναν πως δεν γίνονται στη ζωή μου, τελικά να γίνονται. Πιστεύω πολύ στον απίθανο παράγοντα, που μπορεί να μεταμορφωθεί σε πιθανός και μ’ αρέσει πολύ όταν αυτός συνοδεύει ένα σενάριο ή ένα σκηνοθετικό μοτίβο. Έτσι και στη μαύρη κωμωδία μας, θίγεται το αδύνατο. Όσον αφορά τώρα το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, ειλικρινά δεν ξέρω αν είμαι ο αρμόδιος να μιλήσω, για το αν μπορεί να πείσει ο λόγος μου, μέσω των κειμένων που γράφω. Σίγουρα αυτό που παρατηρώ, είναι ότι δημιουργώ τροφή για σκέψη. Πολλές φορές αιφνιδιάζομαι κι εγώ ο ίδιος με τις απορίες των θεατών και το πόσο πολύ προχώρησαν σε βάθος, μια αρχική μου ιδέα. Μπορεί να φταίνε οι συμβολισμοί που μ’ αρέσει να μπλέκω μεταξύ κειμένου και σκηνοθεσίας ή οι απότομες εναλλαγές ύφους και συναισθημάτων στην ερμηνεία των ηθοποιών. Αυτό που επιχειρώ να έχω, είναι μια γεμάτη, όσο γίνεται, σε εικόνα και δράση σκηνή του έργου. Το παν πιστεύω, ότι είναι ο ρυθμός και η μετάδοση. Όσο πιο ολοκληρωμένη μεταφέρεται η πρώτη ιδέα του κειμένου στο κοινό, τόσο πιο κοντά φτάνουμε, στο να δούμε όλοι στο τέλος την ίδια εικόνα, γιατί το θέατρο απαιτεί απ’ όλους φαντασία.

Επειδή και μόνο ο τίτλος του θεατρικού τραβά την προσοχή, θα ήθελες να μας πεις ποια ήταν η πηγή έμπνευσής σου; Ποιος είναι ο χαρακτήρας του έργου, η υπόθεσή του και τι θες να περάσεις μέσα από αυτό;

Οδυσσέας: Τα δύο χρόνια της πανδημίας του κορονοϊου μου έδωσαν πολύ χρόνο και τροφή για σκέψη και δημιουργία. Ήταν δύσκολα, σκληρά και κρίσιμα για να ωριμάσουν ιδέες μέσα μου και να ξεσπάσουν στο χαρτί. Έβαλα κάτω θεωρίες και απόψεις κοινωνικές, για την ανισότητα, τη περιθωριοποίηση, τον φασισμό. Τα μοντέλα του σύγχρονου και του οπισθοδρομικού ανθρώπου. Του άκρως λαϊκού και του άκρως πνευματικού, που μπορούν και να ταυτίζονται. Μετά ήρθαν με τη σειρά τους να παρουσιαστούν, οι καταστάσεις της καθημερινότητας. Ζητήματα που χτύπησαν την πόρτα της ανθρωπότητας κατά την είσοδό της, στη νέα δεκαετία (του ’20). Άλλοτε σημαντικά και άλλοτε λιγότερο, όπως η αύξηση της τιμής του χοιρινού και από την αντίπερα όχθη, η βίγκαν επανάσταση. Η τάση επίσης, όλο και περισσότερων ανθρώπων να στρέφονται σε διάφορα είδη πνευματισμού και να απομακρύνονται από γνωστά ιερατεία. Αυτά όλα σε συνδυασμό, με θεωρίες συνομωσίας, λίγη φαντασία, παρατηρήσεις και απορίες δικές μου, μου έδωσαν από μόνα τους τη καλύτερη πάσα, να δημιουργήσω θέατρο του παραλόγου με κοινωνικό περιεχόμενο και μια νέα ελληνική και επίκαιρη μαύρη κωμωδία, με κύριους εκφραστές της τα βαμπίρ, που παίρνουν όλη την ευθύνη, για τα δεινά της ανθρωπότητας.

Ας μας συστηθεί και επισήμως η πρωταγωνιστική ομάδα. Πείτε μας αν θέλετε, κάποια πράγματα για τους ρόλους που υποδύεστε. Τι τους κάνει ξεχωριστούς και σε ποια σημεία εφάπτεστε ως χαρακτήρες (αν όντως ισχύει κάτι τέτοιο);

Μαίρη Άσπρου:  Υποδύομαι την Ειρήνη. Κατ’ αρχάς,  αυτό που  την καθιστά ξεχωριστή, είναι το γεγονός, ότι πρόκειται γι’ ανθρώπινο ον, σ’ ένα έργο όπου πρωταγωνιστούν βαμπίρ. Η Ειρήνη, είναι μια νεαρή γυναίκα, υπάλληλος σε καθαριστήριο, χωρισμένη, έχει αποκτήσει ένα μωρό  με τον πρώην σύζυγό της, τα βράδια της αρέσει να συχνάζει σε μπαρ και να φλερτάρει, είναι παρορμητική και θέλει να βοηθά τους άλλους. Πιστεύει στη φιλία,  αλλά όχι στην αληθινή αγάπη και τις περισσότερες φορές γίνεται αθυρόστομη μ’ έναν χαριτωμένο  τρόπο.

Ελένη Μυλωνά: Η Ελβίρα που υποδύομαι είναι ένα ιδιόμορφο και φιλάνθρωπο βαμπίρ, γιατί αρνείται να πιει ανθρώπινο αίμα, όπως αρμόζει στη φύση της και αναζητά υποκατάστατα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με μένα που προτιμώ να καταναλώνω, ό,τι ζητάει το σώμα μου, βάζοντας στην άκρη τις ιδεολογίες μου. Ένα κοινό στοιχείο που έχω με την Ελβίρα βέβαια, είναι ότι αγαπώ όλα τα όντα του πλανήτη, όπως και εκείνη. Ένα άλλο χαρακτηριστικό της Ελβίρας, είναι ότι απαιτεί από τον σύντροφό της, να σκέφτεται όπως αυτή, κάτι που με βρίσκει αντίθετη. Πιστεύω ότι ο καθένας μας, έχει το δικό του τρόπο σκέψης και το δικό του δρόμο και μπορούμε να συμπορευόμαστε με τους άλλους, όπου χρειάζεται, σεβόμενοι ο ένας τον άλλον.

Μανώλης Μαμαλάκης: Και μόνο που είναι βαμπίρ ο Κορνήλιους, αυτό από μόνο του τον καθιστά ξεχωριστό. Αυτή η μεταφυσική του διάσταση φτάνει να τον απομακρύνει από την ταύτιση με ένα ανθρώπινο ον όπως ο θεατής και κατά συνέπεια από εμένα που τον υποδύομαι. Από την άλλη, η ανθρωπομορφική του συμπεριφορά και ο παράλληλος ανθρώπινος τρόπος ζωής, τον κάνουν προσιτό στο κοινό παρακολουθώντας ένα πλάσμα το οποίο συνυπάρχει με τον ανθρώπινο φορέα του, αλλά έρχεται σε συνεχή σύγκρουση μέσα του, προσπαθώντας να τιθασεύσει τα ένστικτά του και να κρύψει καλά την ταυτότητα του από τους ανθρώπους, για να μπορεί να συμβιώνει στην κοινωνία τους. Γνωρίζει καλά την ανθρώπινη φύση, ξέρει πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει για εκείνον αν αποκαλυφθεί η ταυτότητα του, γιατί είναι γνωστό πως οι άνθρωποι προσπαθούν να εξοντώσουν οποιονδήποτε ή οτιδήποτε είναι διαφορετικό από αυτούς λόγω φόβου, αλλά παρ’ όλα αυτά υιοθετεί τα κακά χαρακτηριστικά τους και τα χρησιμοποιεί υπέρ του. Δεν μπορώ να πω ότι ταυτίζομαι με τον χαρακτήρα, γιατί πρεσβεύει έναν ολόκληρο κόσμο με τον οποίο εγώ δεν συμφωνώ. Είναι ένα σύμβολο που πρεσβεύει την εκμετάλλευση, την πατριαρχία, την απολυταρχία, τη ματαιοδοξία και τον σεξισμό, όπως ακριβώς και μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων στις ανθρώπινες κοινωνίες του σήμερα, κάτι το οποίο εμένα με θλίβει. Στο τέλος του έργου μονάχα ίσως ταυτίζομαι λίγο, επειδή αναγκάζεται να αλλάξει για να επιβιώσει και να κάνει την Ελβίρα να γυρίσει σε αυτόν.

Το θεατρικό θίγει τη σχέση ανάμεσα σε δύο βαμπίρ που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα στον κόσμο των ανθρώπων, μαζί με όλα τα προβλεπόμενα και τα απρόβλεπτα που όλο αυτό επιφέρει. Θα ήθελα να φανταστείτε τι θα μπορούσε να γίνει αν δύο άνθρωποι προσπαθούσαν αν τα βγάλουν πέρα στον κόσμο των βαμπίρ.

Οδυσσέας: Σε πρώτη σκέψη, φαντάζει ως σκηνή από θρίλερ, δύο άνθρωποι να βρίσκονται σε μια κοινωνία βαμπίρ και να επιβιώνουν κρυφά. Βέβαια τα βαμπίρ του έργου μας, δεν είναι τα μόνα βαμπίρ που υπάρχουν στον κόσμο, απλά εμείς επικεντρωνόμαστε σε αυτό το ζευγάρι. Ζουν ανάμεσα στους ανθρώπους και έχουν ενταχθεί και εξελιχθεί μυστικά στον κόσμο τους. Αν ανατρέξουμε τώρα στην ιστορία του ανθρώπου ως σήμερα, θα δούμε, ότι όχι μόνο έχει φερθεί βίαια και επεκτατικά σε κάθε άλλο είδος του πλανήτη μας, αλλά ακόμη και στον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό από μόνο του νομίζω ότι μας κάνει πολύ πιο επικίνδυνα όντα, που στην μη εξελιγμένη πνευματική μας μορφή, μπορούμε να προξενήσουμε μεγάλα δεινά. Έχω γνωρίσει αρκετούς ανθρώπους, που έπιναν αίμα.

Μαίρη: Στο έργο,  ο Κορνήλιους  και η Ελβίρα (τα 2 βαμπίρ) προσπαθούν να επικοινωνήσουν, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Η Ειρήνη (άνθρωπος) αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον κόσμο των βαμπίρ και των ανθρώπων. Όμως κι η ίδια με τη σειρά της δεν έχει καταφέρει να επικοινωνήσει σωστά με τον πρώην σύζυγό της. Επομένως, θεωρώ ότι η δυσκολία δεν έγκειται στο αν πρόκειται για κόσμο βαμπίρ ή για κόσμο ανθρώπων, αλλά εντοπίζεται στο επίπεδο θέλησης για επικοινωνία. Σ’ οποιοδήποτε είδος κι αν ανήκουμε  (βαμπίρ ή άνθρωπο), το να καταφέρουμε να συνεννοηθούμε είναι εξαιρετικά σπάνιο. Ίσως τελικά η διαφορετικότητα των ειδών είναι περισσότερο βοηθητική στο να ‘’συναντηθούν” οι κόσμοι που το κάθε είδος αντιπροσωπεύει.

Μανώλης: Πιθανότατα οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν σε ένα κόσμο που κυριαρχούν τα βαμπίρ, για πολλούς λόγους. Μπορεί για τα βαμπίρ να είναι διπλά δύσκολη η διαβίωσή τους στον κόσμο των ανθρώπων, όμως για τους ανθρώπους θα ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να επιβιώσουν σε ένα βαμπιρόκοσμο. Λόγω του ότι υστερούν βιολογικά απέναντι στις δυνάμεις αυτών των δαιμονικών πλασμάτων, θα αντιμετωπίζονταν σαν βρώσιμη ύλη, “μεζεδάκι” για αυτά και σαν σκλάβοι τους κάποιοι τυχεροί, που θα κατάφερναν να συνάψουν μια συμφωνία μαζί τους. Με λίγα λόγια θα κυριαρχούσε ο νόμος της ζούγκλας, το δίκιο της πυγμής του ισχυρότερου στην τροφική αλυσίδα, εάν πρώτα δεν αλληλοσκοτώνονταν οι άνθρωποι μεταξύ τους ως είθισται, από τον φόβο τους να επιβιώσουν ως μονάδες, και όχι ως είδος.

Το θεατρικό αυτό είναι λέει μια μαύρη κωμωδία με στοιχεία σουρεαλισμού. Μανώλη, ως πρωταγωνιστής και ως νέος καλλιτέχνης ο οποίος ζει και αντιμετωπίζει την καθημερινότητα ως έχει, πιστεύεις ότι και η ίδια η ζωή είναι μια μαύρη κωμωδία; Θεωρείς ότι γενικά έχουμε ζήσει και ζούμε σουρεαλιστικές καταστάσεις; 

Μανώλης: Αναμφίβολα ναι. Η ζωή στην σύγχρονη κοινωνία στην χώρα μας με κάνει ώρες-ώρες, να νιώθω σαν τον Κορνήλιους (ναι, ταυτίζομαι λοιπόν στο συναισθηματικό κομμάτι αυτό). Καλείσαι να αντιμετωπίσεις πλήθος σουρεαλιστικών καταστάσεων και γεγονότων τόσο από τους συμπολίτες σου όσο και από τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό, που σε κάνει να αναρωτιέσαι τελικά μήπως δεν ανήκεις εσύ σε αυτό το είδος, ή μήπως όλοι έχουν παραλογιστεί και δρουν απερίσκεπτα και αυθαίρετα. Είναι εξωφρενικά δύσκολη η ζωή σε αυτήν την κοινωνία ζώντας ως άνθρωπος, πόσο μάλλον αν ήμουν και βαμπίρ. Δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι (Καημένε Κορνήλιους και Ελβίρα…). Ζούμε ούτως ή άλλως όλοι μας, ο καθένας την δική του μαύρη κωμωδία, με κείμενο που έγραψαν άλλοι πριν από εμάς, για εμάς. Γελάμε με τις τραγικά βλακώδεις καταστάσεις που μας συμβαίνουν καθημερινά και τις ανεχόμαστε, για να μην τρελαθούμε και αρχίσουμε να κλαίμε με μαύρο δάκρυ. Ίσως είναι ένας μηχανισμός άμυνας, τι να πω.

P1491721

Μαίρη Άσπρου: “Πιστεύω ότι οφείλουμε να πατάμε πάνω στις φάσεις του παρελθόντος, για να οικοδομήσουμε το μέλλον μας. Εάν υποθέσουμε ότι το παρελθόν μας είναι ένα παζλ από εικόνες, ιστορίες, μνήμες και γεγονότα, πρέπει να αφαιρέσουμε αυτά που θεωρούμε περιττά και να αφήσουμε χώρο, για να συμπληρώσουμε τα κομμάτια του παζλ με αυτά που θα συλλέξουμε από το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση εμείς επιλέγουμε τι θέλουμε να θυμόμαστε και τι να ξεχνάμε. Επομένως η μέση οδός είναι η δική μου επιλογή”.

Ελένη, εμβαθύνοντας στον ρόλο σου, πιστεύεις ότι το θεατρικό αυτό εμβαθύνει σε κοινωνικά γεγονότα και καταστάσεις; Αν έχει κάποια μηνύματα, ποια θεωρείς ότι είναι αυτά; 

Ελένη: Ασφαλώς και το έργο πραγματεύεται κοινωνικά γεγονότα και καταστάσεις. Ένα από αυτά είναι ο ρόλος της γυναίκας σήμερα, σε μια μοντέρνα κοινωνία που όλα κινούνται γρήγορα, οι σχέσεις κάνουν γρήγορα τον κύκλο τους, οι ώρες στη δουλειά και στο σπίτι περνούν γρήγορα, ο καθένας ζει όπως θέλει. Η Ελβίρα μοιάζει να ζει σε μια άλλη εποχή, με πολλούς κοινωνικούς περιορισμούς λόγω της κουλτούρας της και νιώθει αρκετά καταπιεσμένη από αυτό. Κάνει την επανάστασή της, φεύγοντας από το σπίτι της. Και πάντα όταν κάνεις ένα τέτοιο βήμα, κάπως το σύμπαν, σου στέλνει βοήθεια την Ειρήνη, στην προκειμένη περίπτωση, η οποία τη βγάζει από το καβούκι της και εκείνη έρχεται αντιμέτωπη με τους φόβους της. Αυτό βέβαια συμβαίνει και χωρίς να βρίσκεσαι στον κόσμο των βαμπίρ. Όλοι μας έχουμε περιορισμούς και όλοι καλούμαστε καθημερινά να υπερβούμε τα όρια μας.

Μαίρη, στην παράσταση αυτή είσαι σε έναν εντελώς ανατρεπτικό ρόλο, εντελώς διαφορετικό από όσα μας έχεις μάθει ως τώρα. Πώς το βίωσες όλο αυτό; Μας ετοιμάζεις κι άλλες παρόμοιες εκπλήξεις για το μέλλον;

Μαίρη: Όταν ο Οδυσσέας μου πρότεινε να συνεργαστούμε, δέχτηκa αμέσως αφενός γιατί μου άρεσε πολύ ο ρόλος, αφετέρου γιατί εμπιστεύτηκα τον Οδυσσέα. Εκτός από ευφυής και ταλαντούχος (συνήθως αυτά είναι αλληλένδετα), διαθέτει ήθος κι ευγένεια (κι αυτά συνήθως είναι αλληλένδετα). Η όλη διαδικασία για να υποδυθώ τον συγκεκριμένο ρόλο, ήταν τρομερά διασκεδαστική. Ξεκινώντας από τα ρούχα, το μακιγιάζ, την κίνηση της ηρωίδας, την αλλαγή στον τρόπο ομιλίας, έως και τον τρόπο που σκέφτεται και πράττει. Ήταν απελευθερωτικό και ταυτόχρονα πολύ δημιουργικό να ‘’γίνομαι’’ η Ειρήνη. Όμως αυτή η ‘’μεταμόρφωση’’, δεν θα είχε πραγματοποιηθεί, εάν δεν είχε προηγουμένως καλλιεργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης στις πρόβες. Πιστεύω ότι οι άνθρωπο ‘’ανθίζουν’’ τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο μόνο μέσα στην ασφάλεια και την εμπιστοσύνη. Κατά τη διάρκεια των προβών, δημιουργήθηκε λοιπόν αυτό που ονομάζουμε ‘’οικογενειακή ατμόσφαιρα’,’ κι αισθάνομαι ευγνώμων.

Στο μέλλον, δε γνωρίζω τι πρόκειται συμβεί, όμως αυτή τη στιγμή, έχω παράλληλα και τη χαρά να είμαι βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση ‘’Τίποτα’’, που ανεβαίνει σε ένα νεοσύστατο θεατρικό χώρο, το Hug. Σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί, η Πηνελόπη Φλουρή, της οποίας τη δουλειά παρακολουθώ και εκτιμώ πολύ.

Διαβάζοντας το δελτίο τύπου της παράστασης στέκομαι στο βασικό ερώτημα αυτής. Εκσυγχρονισμός ή οπισθοδρομισμός; Να ακολουθήσουμε ίσως τη μέση οδό ή κι αυτή τελικά δεν οδηγεί στη σωστή κατεύθυνση; Τελικά όλα ίσως είναι θέμα επιλογών. Δεδομένης της κατάστασης ως Ελλάδα του 2023, ποια κατεύθυνση θα επέλεγε ο καθένας από εσάς σε ατομικό επίπεδο;

Οδυσσέας: Στο πρώτο σκέλος της ερώτησης, θα απαντήσω μέσα από την επιλογή μου να βάλω στο κείμενο τρία πρόσωπα, όπου φερέφωνο του οπισθοδρομικού κόσμου, φαίνεται να είναι ένα βαμπίρ παλιάς κοπής, που φέρει όλα τα κατάλοιπα της κουλτούρας και νοοτροπίας μιας άλλης εποχής, αυτής του 19ου αιώνα. Στο αντίβαρο βλέπουμε την Ειρήνη, την μόνη ανθρώπινη παρουσία, η οποία φέρει αντιλήψεις του ακραίου εκσυγχρονισμού. Πρόσεχε τώρα τι γίνεται. Το δεύτερο βαμπίρ μας, η Ελβίρα, παίζει τον ρόλο της ισορροπίας ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους. Κυριολεκτικά στον κόσμο βαμπίρ και ανθρώπων, συμβολικά όμως στην σφαίρα του οπισθοδρομισμού και του ανεξέλεγκτου εκσυγχρονισμού. Σίγουρα είμαστε όπως είπες οι επιλογές μας και για να κλείσω και με το δεύτερο σκέλος, θα έλεγα ότι αν αναλογιστούμε την Ελλάδα του 2023, θα δούμε ακριβώς αυτά τα δύο πρόσωπα. Βιαζόμαστε να μπούμε στο νέο μοντέλο, αλλά ταυτόχρονα ο συντηρητισμός που είναι βαθιά ριζωμένος μέσα μας, είναι πολύ μεγάλος. Η μέση οδός για μένα, είναι η διαγραφή και η παρατήρηση. Αφού αφαιρέσουμε νοοτροπίες και πετάξουμε τα δεσμά, που μας καθηλώνουν, να ανοίξουμε περισσότερο τα μάτια μας και να δούμε τον κόσμο γύρω μας. Η αλήθεια βρίσκεται πάντα μπροστά μας, απλά εμείς διαρκώς εθελοτυφλούμε.

Μαίρη: Πιστεύω ότι οφείλουμε να πατάμε πάνω στις φάσεις του παρελθόντος, για να οικοδομήσουμε το μέλλον μας. Εάν υποθέσουμε ότι το παρελθόν μας είναι ένα παζλ από εικόνες, ιστορίες, μνήμες και γεγονότα, πρέπει να αφαιρέσουμε αυτά που θεωρούμε περιττά και να αφήσουμε χώρο, για να συμπληρώσουμε τα κομμάτια του παζλ με αυτά που θα συλλέξουμε από το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση εμείς επιλέγουμε τι θέλουμε να θυμόμαστε και τι να ξεχνάμε. Επομένως η μέση οδός είναι η δική μου επιλογή.

Ελένη: Πιστεύω ότι εμείς οι άνθρωποι, θα ήταν καλύτερο να μην κινούμαστε, ούτε μπροστά, ούτε πίσω, αλλά προς τα πάνω. Το παρελθόν είναι γεμάτο εμπειρίες και μαθήματα που καλώς ήρθαν. Ο σύγχρονος κόσμος από την άλλη είναι υπέροχος, έχει όλα τα εργαλεία για να πάμε ένα βήμα πιο πάνω, οπότε στη κάθε περίσταση, ας χρησιμοποιούμε όλα όσα ξέρουμε και έχουμε, για να εξελισσόμαστε. Έτσι κι αλλιώς αυτό συμβαίνει κι ας κάνουμε και λάθη! Πώς αλλιώς θα μάθουμε;

Μανώλης: Σίγουρα δεν μπορεί να υπάρξει κάτι νέο, αν δεν υπάρχει πρώτα κάτι να πατήσει πάνω του και να συγκριθεί μαζί του, το οποίο το ορίζουμε ως παλιό και δεν μας εξυπηρετεί πλήρως. Στην πραγματικότητα ο εκσυγχρονισμός είναι μια ανάγκη για ανασύνθεση και βελτίωση οπισθοδρομικών συνιστωσών. Όμως οι συνισταμένες που δημιουργούνται στο τέλος δεν είναι πάντα ωφέλιμες για εμάς, και ενέχουν κινδύνους καταστροφικούς για την ανθρωπότητα εν γένει. Για να μπορέσουμε να εκσυγχρονιστούμε λοιπόν ομαλά και να απολαύσουμε τα οφέλη, θα πρέπει ο καθένας μας να χρησιμοποιεί τη γνώση και τις ικανότητές του με καθαρό κίνητρο για το κοινωνικό σύνολο, με μελέτη, έρευνα και υπευθυνότητα σε συνεργασία με τους υπόλοιπους, για να μπορούμε να πούμε ότι κάτι οπισθοδρομικό έχει εκσυγχρονιστεί με ασφάλεια, χωρίς αρνητικούς παραμέτρους για το κοινό καλό. Δυστυχώς, μιλώντας για τον εκσυγχρονισμό του σήμερα στην χώρα μας, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Ημιμαθείς άνθρωποι και χωρίς κατάρτιση σε καίριες θέσεις και με προσωπικό όφελος, παίρνουν επιπόλαιες αποφάσεις κατά βούληση, και εφαρμόζουν εκσυγχρονιστικά μέτρα και μοντέλα χωρίς μελέτη που δεν μπορούν να διαχειριστούν σε βάρος της πλειοψηφίας. Ενώ θα μπορούσαμε όντως να εκσυγχρονιστούμε σωστά και λειτουργικά, παγιδευόμαστε μέσα σε μια χαοτική και δυσλειτουργική κατάσταση. Αυτό που θέλω να πω εν τέλει είναι να εκσυγχρονιζόμαστε σωστά για να μην βιώνουμε έναν οπισθοδρομικό εκσυγχρονισμό.

P1491176

Μανώλης Μαμαλάκης: “Από τη στιγμή που διαρρηγνύονται τα όρια μεταξύ σημαίνον και σημαινομένου κάθε μέρα, μπορούμε να μιλάμε όχι μόνο για το παράλογο αλλά και το ‘’υπερπαράλογο’’. Ναι… το παράλογο υπάρχει στη ζωή μας και υπήρχε πάντα. Καραδοκεί σε κάθε βήμα, κάθε βλέμμα και κάθε σκέψη και δράση μας. Στον κόσμο της τέχνης το βλέπουμε συχνά και μας θυμίζει πολλές φορές την ίδια τη ζωή. Η διαφορά του παραλόγου στην τέχνη είναι πως έχει δομή, συνοχή, έχει δική του νόηση, αρχή μέση και τέλος, και βγάζει απόλυτη λογική και νόημα στο τέλος. Σκοπός του είναι να προβληματίσει και να επικοινωνήσει έννοιες και συναισθήματα που ο λογικός απλός λόγος και ο ορθολογισμός δεν μπορούν”.

Μιλώντας για ατομικό επίπεδο και τις συνακόλουθες αποφάσεις και ευθύνες, πιστεύεις Οδυσσέα ότι το ατομικό στοιχείο είναι ή πρέπει να είναι κάθε φορά σε συμφωνία με την άποψη του συνόλου; 

Οδυσσέας: Τον τελευταίο καιρό ακούμε πολλά περί ατομικής ευθύνης. Αυτό πολλές φορές μπορεί να λειτουργήσει και ως άλλοθι για ανθρώπους σε θέσεις ισχύος και ελέγχου της μάζας, να επαναπαύονται. Σαφώς και η ατομική ευθύνη είναι σημαντική. Αλλά οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα και στην εξέλιξη μας, όλοι μαζί ενωμένοι μπορούμε να πετύχουμε την πνευματική άνοδο. Υπάρχει λοιπόν η ατομική ευθύνη, αλλά όταν βλέπουμε να αυξάνονται έντονα, τα ατομικά κοινωνικά προβλήματα, τότε το θέμα γίνεται συλλογικό και το πρόβλημα είναι πλέον της ίδιας της πολιτείας. Σαφώς και δεν πρέπει και δεν θα ήταν και υγείες το ατομικό στοιχείο να έρχεται πάντα σε συμφωνία με το σύνολο, καθώς η μάζα, όταν δεν υπάρχει η κατάλληλη πολιτεία που λέγαμε πριν, μπορεί εύκολα να χειραγωγηθεί ή και να παραπλανηθεί, από τους ολίγους. Υπό αυτόν τον όρο, το σύνολο δεν κατέχει πάντα το δίκαιο.

Θεωρείτε ότι η κωμωδία και ιδιαίτερα το δικό σας είδος, είναι από τις πιο απαιτητικές καλλιτεχνικές δημιουργίες; Ισχύει ότι όντως τα πιο σοβαρά θέματα θίγονται με τον πιο έξυπνα έμμεσο τρόπο μέσω της κωμωδίας;

Οδυσσέας: Δεν υπάρχουν για μένα μη απαιτητικά είδη και έργα. Όλα έχουν τον βαθμό δυσκολίας, με τον οποίο τα αντιμετωπίζουμε. Το θέμα για μένα είναι το έργο να έχει κάτι να πει στον αναγνώστη και το κοινό. Σίγουρα σε μια μαύρη κωμωδία ή μια επιθεώρηση, μπορεί πολύ πιο εύκολα ένας συγγραφέας ή ένας σκηνοθέτης, να περάσει ένα κοινωνικό, πολιτικό μήνυμα ή να θίξει μια κατάσταση, απ’ ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο είδος. Το ζήτημα όμως που τίθεται εδώ και η δυσκολία, είναι στο ‘’πώς’’ το κάνει αυτό και στο ‘’τι’’ περιεχόμενο έχει το θέμα που προβάλλει. Αν το κοινωνικό σου σχόλιο μιλάει στην καρδιά του θεατή και τον βρίσκει να ταυτίζεται, μπορεί αυτός να γελάσει, αλλά ακόμη πιο σίγουρα θα σκεφτεί, θα το συζητήσει και θα το θυμηθεί και αύριο. Ίσως του λύσει μια απορία που είχε άμεσα. Αν το σχόλιο τώρα, έκανε τον θεατή απλά να γελάσει με μια κατάσταση και απλά όταν απομακρύνθηκε από την πόρτα του θεάτρου, επανήλθε στις σκέψεις που βρισκόταν πριν μπει σ’ αυτό, σημαίνει ότι η κωμωδία δεν πέτυχε τον σκοπό της. Και αυτή είναι η δυσκολία στο είδος της. Μεταξύ αστείων λένε ότι λέγονται μεγάλες αλήθειες.

Μαίρη: Θα απαντήσω με μια αγαπημένη μου φράση του Νίτσε: ‘’Το γέλιο είναι ο επιτάφιος μιας συγκίνησης”. Η μαύρη κωμωδία -ως είδος- οφείλει να ισορροπήσει πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί και να προκαλέσει γέλιο στο θεατή, μέσα από μία εντελώς παράλογη συνθήκη. Για αυτόν τον λόγο απαιτεί ακρίβεια στο ρυθμό, στη ροή και στις ατάκες. Επιπλέον, είναι ένα αρκετά απαιτητικό είδος για τον ηθοποιό, τόσο στην κινησιολογία όσο και στην τοποθέτηση της φωνής, εκτός από το επίπεδο υποκριτικής. Τα μηνύματα του εκάστοτε θεατρικού έργου που εντάσσεται στο συγκεκριμένο είδος πρέπει να μεταφερθούν στο κοινό με ένα εντελώς ‘’φυσικό’’ και απλό τρόπο.

Ελένη: Η κωμωδία είναι ένα μέσο για να εκτονωθούμε με ευχάριστο τρόπο. Στο γέλιο κρύβεται και πολύς θυμός. Η τραγωδία και η κωμωδία είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μια εκφράζεται με χιούμορ, η άλλη με πόνο. Η μαύρη κωμωδία είναι ο πόνος που εκφράζεται με χιούμορ. Δεν θεωρώ ότι είναι απαιτητική αν βγαίνει από την καρδιά. Άμα κάθεσαι και αναλώνεσαι στη σκέψη, για το πώς να βγάλεις το χιούμορ, εκεί “χάνεται η μπάλα”.

Μανώλης: Όλες οι καλλιτεχνικές δημιουργίες έχουν το δικό τους επίπεδο δυσκολίας και φέρουν το δικό τους φορτίο εκπόνησης από τους καλλιτέχνες ανάλογα την φύση της δημιουργίας και τις απαιτήσεις των καλλιτεχνών. Η κωμωδία και δη η μαύρη κωμωδία, ίσως είναι από τα πιο απαιτητικά είδη. Είναι η δομή της τέτοια που καλεί τον κάθε καλλιτέχνη να διαχειριστεί παράλληλες μεταβλητές όπως η προσέγγιση ευαίσθητων κοινωνικοπολιτικών ζητημάτων κάθε εποχής, ευαίσθητων προσωπικών ατομικών δεδομένων και προτιμήσεων, αμφιλεγόμενων διαπροσωπικών σχέσεων κτλ. Τέτοια ζητήματα βαρύτητας και μείζονος σημασίας πρέπει να αποδοθούν με μία ανάλαφρη ατμόσφαιρα, να σχολιαστούν και να αναλυθούν με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, με σκοπό να μην θιχτεί κανένας και να προκαλέσουν το πιο δύσκολο πράγμα στις μέρες μας, που δεν είναι άλλο από το γέλιο. Μέσα σε όλα τα άλλα, ο καλλιτέχνης καλείται να πάρει θέση σε όλα αυτά τα ζητήματα και να ερμηνεύσει ακόμα και τραγικές καταστάσεις με κωμικό τρόπο έτσι ώστε ο θεατής να συνειδητοποιήσει πράγματα με ευχάριστη διάθεση, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα μπορούσε. λόγω του ότι αυτά τα ζητήματα όταν τα βλέπουμε ή τα βιώνουμε, μας δημιουργούν σύγχυση και γενικά αρνητικά συναισθήματα και δεν σκεφτόμαστε καθαρά. Και αυτή είναι η δυσκολία αλλά συνάμα και η μαγεία της κωμωδίας.

P1491103

Ελένη Μυλωνά: “Πιστεύω ότι εμείς οι άνθρωποι, θα ήταν καλύτερο να μην κινούμαστε, ούτε μπροστά, ούτε πίσω, αλλά προς τα πάνω. Το παρελθόν είναι γεμάτο εμπειρίες και μαθήματα που καλώς ήρθαν. Ο σύγχρονος κόσμος από την άλλη είναι υπέροχος, έχει όλα τα εργαλεία για να πάμε ένα βήμα πιο πάνω, οπότε στη κάθε περίσταση, ας χρησιμοποιούμε όλα όσα ξέρουμε και έχουμε, για να εξελισσόμαστε. Έτσι κι αλλιώς αυτό συμβαίνει κι ας κάνουμε και λάθη! Πώς αλλιώς θα μάθουμε;”.

Τελικά, μπορούμε να μιλάμε για παράλογο όντας μέσα σε μια κοινωνία του πλέον ορθολογικού παραλόγου; 

Οδυσσέας: Ο παραλογισμός πράγματι έχει μεγαλώσει τα τελευταία χρόνια, τόσο που και βαμπίρ να βλέπαμε κάπου στο δρόμο, δεν θα ξαφνιαζόμασταν. Είμαι σίγουρος ότι ο κόσμος θα προσπερνούσε και θα συνέχιζε κανονικά τη δουλειά του. Το παράλογο έχει ριζώσει σε πολλούς τομείς της ζωής μας. Μας έχει επιβληθεί. Έχει αφομοιωθεί από γενιά σε γενιά και κανείς δεν κάνει κάτι για να αλλάξει. Όλοι το βλέπουν και συνεχίζουν να ζουν μέσα σ’ αυτό. Αν δεχτούμε λοιπόν ότι ζούμε σε μια κοινωνία παραλογισμού, το θεατρικό παράλογο υπό αυτήν την έννοια, μπορεί να λειτουργήσει ως καθρέφτης, που έχει τις περισσότερες φορές θεραπευτικές συνέπειες.

Μαίρη: Θεωρώ ότι στη κοινωνία που ζούμε, πρέπει να μιλάμε αποκλειστικά και μόνο για ‘’καθεστώς παραλόγου’’. Δεν υπάρχει καμία λογική εξήγηση σε πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και ατομικό επίπεδο. Οι άνθρωποι προσπαθούν να βρουν ένα νόημα σε ένα κόσμο που στερείται νοήματος.

Ελένη: Δεν υπάρχει τίποτα παράλογο στην κοινωνία μας, όλα γίνονται για κάποιο λόγο και όλα αλλάζουν όταν έρθει η ώρα τους.

Μανώλης: Από τη στιγμή που διαρρηγνύονται τα όρια μεταξύ σημαίνον και σημαινομένου κάθε μέρα, μπορούμε να μιλάμε όχι μόνο για το παράλογο αλλά και το ‘’υπερπαράλογο’’. Ναι… το παράλογο υπάρχει στη ζωή μας και υπήρχε πάντα. Καραδοκεί σε κάθε βήμα, κάθε βλέμμα και κάθε σκέψη και δράση μας. Στον κόσμο της τέχνης το βλέπουμε συχνά και μας θυμίζει πολλές φορές την ίδια τη ζωή. Η διαφορά του παραλόγου στην τέχνη είναι πως έχει δομή, συνοχή, έχει δική του νόηση, αρχή μέση και τέλος, και βγάζει απόλυτη λογική και νόημα στο τέλος. Σκοπός του είναι να προβληματίσει και να επικοινωνήσει έννοιες και συναισθήματα που ο λογικός απλός λόγος και ο ορθολογισμός δεν μπορούν. Σε αντίθεση με το παράλογο που επικρατεί στην κοινωνία μας που έχει γίνει υπερπαράλογο κατά τη γνώμη μου. Τι εννοώ με αυτό; Οι αβάσταχτες και δυσανάλογες φορολογικές απαιτήσεις, η υπολειτουργία των κρατικών φορέων και υπηρεσιών, τα εγκληματικά νομοσχέδια σε βάρος της πλειοψηφίας. Όλη αυτή η ασυδοσία και η αυθαιρεσία που συντηρείται από τις κυβερνήσεις και τους πολίτες από την αρχή της δημιουργίας του κοινωνικού συστήματος, συνθέτουν το υπερπαράλογο. Το παράλογο αυτό φοράει τη μάσκα του ορθολογισμού κι έτσι είναι αποδεκτό. Σκοπός του είναι να δημιουργήσει χάος και εξαθλίωση σε μία μικροπρεπή αλλοπρόσαλλη λογική, από μερικούς Κορνήλιους που επωφελούνται από αυτό για να έχουν τον έλεγχο του πλήθους, ενώ παράλληλα κρύβονται στις σκιές ή και σε κοινή θέα οι πιο ξεδιάντροποι από αυτούς. Προσποιούνται ότι προασπίζονται την λογική, το κοινό καλό και την αλήθεια, αλλά οι πράξεις τους δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Τι πιο παράλογο από αυτό;

Και για το τέλος, επιλέξτε ο καθένας ξεχωριστά μια ατάκα από το θεατρικό, η οποία σας χαρακτηρίζει απόλυτα!

Οδυσσέας: Κάποια στιγμή η Ειρήνη, πάνω σε μια φιλοσοφική συζήτησή που έχει ανοίξει με την Ελβίρα, σε ένα bar, λέει: ‘’..εμείς οι άνθρωποι, νομίζουμε ότι όλος ο κόσμος, γυρίζει γύρω από εμάς”. Είναι μια ατάκα, που πολλές φορές συλλογίζομαι κι εγώ ο ίδιος, όταν προκύπτει ένα πρόβλημα και θέλω να αφυπνιστώ και να δώσω σ’ αυτό την σωστή διάσταση που του αναλογεί.

Μαίρη: ‘’Νομίζω πως η αληθινή αγάπη, είναι σαν το πιο μεγάλο παιδικό όνειρο που είχες και δεν εκπληρώθηκε ποτέ’’.

Ελένη: “Αν με θες πίσω, θα πρέπει να με θες γι’ αυτό που είμαι και να μην παρεμβαίνεις στη ζωή μου, αν δε το θέλω εγώ.”

Μανώλης: ’Όταν έχεις κάτι τόσο μεγάλης αξίας στα χέρια σου δεν το εκτιμάς, νομίζεις ότι θα το κρατάς εκεί για πάντα, μέχρι να το χάσεις”.

Αγγελική Μπάτσου

Αγγελική Μπάτσου

Γεννήθηκα πριν αρκετά καλοκαίρια (κι άλλους τόσους χειμώνες)στην Αθήνα. Είχα την τιμή να μεγαλώσω στους Αγ.Αναργύρους,όπου έζησα τα ομορφότερα παιδικάχρόνια σε μια τεράστια αυλή,παρέα με τα γατιά μου και δυο ζευγάρια παππούδες και γιαγιάδες που πάντα θα υπεραγαπώ.Έπειτα ήρθε η Γαλλική Φιλολογία,επιπλέον σπουδές σε γλώσσα και μετάφραση και η οικογένεια. Δεν σταμάτησα όμως ποτέ να είμαι παιδί της ποίησης,της λογοτεχνίας,της ζωγραφικής και της μουσικής και το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου,ήταν να ταξιδέψω σ’όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στο Θιβέτ!
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Αγγελική Μπάτσου