Είδαμε την παράσταση “Νανά” σε σκηνοθεσία Ανδρονίκης Αβδελιώτη, στο Αγγέλων Βήμα
Γράφει η Μπάτσου Αγγελική
ΟΟι kallitexnes.gr βρέθηκαν στο θέατρο “Αγγέλων Βήμα” για να παρακολουθήσουν την παράσταση “Νανά” σε σκηνοθεσία Ανδρονίκης Αβδελιώτη.
Έχοντας ως σημείο εκκίνησης το σπουδαίο, ομώνυμο έργο του Εμίλ Ζολά, και με μια νεωτερίστικη, σχεδόν επαναστατική θεατρική διασκευή της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου, η σκηνοθέτιδα Ανδρονίκη Αβδελιώτη, έχει στήσει μία από τις πιο δυνατές παραστάσεις της χρονιάς.
Η “Νανά” που είδαμε και το “φαινόμενό” της, μεταφερόμενη χρονικά στην Ελλάδα, μοιάζει να γεννιέται στα χρόνια της Δικτατορίας και να πεθαίνει με την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ένα σημείο των καιρών, το οποίο μοιάζει να ακολουθεί την πλαστή λάμψη ενός πανέμορφου εξωτερικά κόσμου που σαπίζει όμως στο εσωτερικό του, ένα πυροτέχνημα που σβήνει αναπόφευκτα στον ορίζοντα μιας Ελλάδας που πεθαίνει και γεννιέται μέσα από τις ίδιες της τις στάχτες.
Η σκηνή του πανέμορφου, νεοκλασικού κτιρίου στο οποίο στεγάζεται το “Aγγέλων Βήμα”, φιλοξενεί αυτή την περίοδο, εκτός της παράστασης που παρακολουθήσαμε, και άλλες σπουδαίες παραγωγές, όπως: “ Η ζαριά”, “Nτ’ Εόν”, και “ Ο κύκνος”. Με παραστάσεις που έχουν ως κοινό σημείο την ανώτατη ποιότητα, ο τόσο ξεχωριστός αυτός χώρος, ο οποίος φιλοξενεί επίσης μουσικά event και μια μόνιμη έκθεση ζωγραφικής στο ισόγειό του, καθόλου άδικα, θεωρείται ένας από τους πιο όμορφους καλλιτεχνικά χώρους της πόλης.
Υπόθεση
Η Νανά, η ηρωϊδα-σύμβολο του Ζολά, το τρόπαιο το οποίο με την ασίγαστη δίψα για σεξ, χρήμα και χλιδή, καταστρέφει περιουσίες, ανθρώπους και συνειδήσεις, έρχεται ως αρχέτυπο καταστροφής και αυτοκαταστροφής σε μια Αθήνα που θυμίζει ένα καζάνι που βράζει. Ένα σημείο των καιρών, η Νανά μοιάζει μέσα από την πρωτοφανή της λάμψη στον καλλιτεχνικό χώρο της Αθήνας, να είναι ο καθρέφτης μιας αμοραλιστικής, διεφθαρμένης και άρρωστης κοινωνίας η οποία μοιάζει να προβάλλει μέσα από τον βούρκο ενός κατά τα άλλα υποκριτικά “υγιούς” κράτους. Η έξοδος, απλά αναπότρεπτη και αναπόφευκτη…
Κριτική
Είναι γεγονός ότι κάθε μεγάλη και σημαντική χρονική μετάβαση, η οποία προκαλεί βαθιές κοινωνικοπολιτικές αλλαγές, αποτελεί έμπνευση για συγγραφείς και καλλιτέχνες στο να δημιουργήσουν κορυφαία έργα. Ο Εμίλ Ζολά, σε μια διαταραγμένη περίοδο για τη Γαλλία, με έναν Γαλλο-πρωσικό πόλεμο και μια πολιτική αστάθεια η οποία οδηγεί τελικά στην περίφημη Κομμούνα του Παρισιού, γράφει δύο σπουδαία έργα για εκείνη την εποχή. Το 1868, έρχεται η “Τερέζα Ρακέν”και δώδεκα χρόνια μετά η περίφημη “Νανά”. Έπειτα από πολλά χρόνια, σε μια εξίσου δύσκολη χρονικά στιγμή, μια ανάσα πριν τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Αλμπέρ Καμύ γράφει τον “Ξένο”.
Οι ομοιότητες των τριών αυτών ηρώων, κάτι παραπάνω από εμφανείς: αμοραλισμός, έλλειψη ηθικών φραγμών και ενοχών, ψυχική αναλγησία, μια πλήρης κατάργηση του φροϋδικού “εγώ” και “υπερεγώ”, δημιουργούν χαρακτήρες που μοιάζουν να ακολουθούν μόνο τα γενετήσια ένστικτά τους και παλεύουν για την επιβίωση χωρίς κανένα απολύτως συναισθηματικό κόστος και τύψεις. Οι χαρακτήρες αυτοί, ακραίοι και σχεδόν μη πραγματικοί, δεν είναι τίποτε άλλο από την προσωποποίηση και προβολή του προσώπου της ίδιας της κοινωνίας.
Στη “Νανά” που είδαμε, σε θεατρική διασκευή της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου, γνωρίσαμε ένα ακόμα κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο, το οποίο σαν τα προηγούμενα που ανέφερα, παρουσιάζεται σαν ένας διάττοντας αστέρας που σέρνει στην ουρά του όλα τα κακώς κείμενα μιας συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής της ελληνικής ιστορίας. Με αριστουργηματικό τρόπο, μέσω ενός μοντέρνου κειμένου, βασισμένο σε καθαρά ελληνικά δεδομένα και γλωσσικές δομές, η κυρία Δαλαμάγκα-Καλογήρου, έχει δημιουργήσει ένα σπουδαίο γραπτό, το οποίο μετουσιώνεται ως σκηνοθετική οπτική μέσα από τη ματιά της Ανδρονίκης Αβδελιώτη, σε ένα τέλεια αυθεντικό και ξεχωριστό δημιούργημα, με μοναδική καλλιτεχνική ταυτότητα.
Το παιχνίδι της ιστορίας και της λογοτεχνίας, αποκτά μια διαφορετική, εντελώς πρωτότυπη ταυτότητα στο έργο της σκηνοθέτιδάς μας. Το σύγχρονο και το μοντέρνο, μοιάζει να συνδυάζεται με την Ελλάδα της δεκαετίας του εβδομήντα, αναμειγμένο με τη γαλλική εσάνς της Νανά και κάθε προσωπικότητας με αυτές τις ιδιότητες που πέρασε μέσα από τη γόνιμα δημιουργική φαντασία των Γάλλων λογοτεχνών.
Για άλλη μια φορά, η Ανδρονίκη Αβδελιώτη, με σκηνικά τις ίδιες τις κορυφαίες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της, κατορθώνει να δημιουργήσει μια υπέροχη, δυναμική και δυνατή παράσταση, η οποία στην κυριολεξία καθηλώνει το κοινό της από το πρώτο λεπτό ως το τελευταίο. Όλο το έργο χτίζεται κομμάτι-κομμάτι πάνω στον εκάστοτε ρόλο και το όλο δημιούργημα είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό. Με μοντέρνο, μινιμαλιστικό τρόπο, με ερμηνείες βαθιάς εσωτερικότητας και ουσίας, η δημιουργός στήνει ένα θεατρικό το οποίο προχωράει το λογοτεχνικό αυτό έργο πολλά βήματα παραπέρα. Ιδού λοιπόν και ο λόγος που καθιστά την παράσταση αυτή τόσο σπουδαία! Θερμά συγχαρητήρια τόσο για την τόσο επιτυχημένη θεατρική διασκευή όσο και για την σκηνοθεσία η οποία έδωσε στην παράσταση μια νέα σκηνοθετική ερμηνεία και την ανέβασε σε ανώτερα επίπεδα. Ευχόμαστε πάντα δημιουργικότητα, έμπνευση, φαντασία και κυρίως αγάπη για το τόσο δύσκολο έργο του καλλιτέχνη, ειδικά τις μέρες που διανύουμε!
“Νανά”, στη γαλλική αργκό σημαίνει ερωμένη, φιλεναδίτσα. “Νανά” στο έργο του Ζολά και στο θεατρικό που είδαμε, σημαίνει πολλά παραπάνω. Η λέξη αυτή ντύνεται ιδιότητα και αποτυπώνεται πάνω σε μια σχεδόν φτιαχτή περσόνα όλη η σαθρή εικόνα μιας κοινωνίας η οποία οδεύει προς την καταστροφή του παλιού και τη γέννηση κάτι νέου. Μέρος αναλώσιμο της ιστορίας, η κάθε Νανά, γεννιέται, ζει, δοξάζεται, φθίνει και πεθαίνει με κάθε μεγάλη αλλαγή.
Μέσα από έναν θίασο που αποτελείται από δέκα μαγευτικούς πρωταγωνιστές, ξεχωρίζει ως κόκκινο αστέρι η ηρωϊδα μας, η Νανά, η οποία βρίσκει στο πρόσωπο της Ελένης Κερολάρη την ιδανική έκφρασή της. Πάνω στη σκηνή, η πρωταγωνίστριά μας μετατρέπεται σε ένα πλάσμα με σχεδόν μυθικές διαστάσεις, σε μια σύγχρονη Μέδουσα ή Σειρήνα η οποία αποδεκατίζει υλικά και ηθικά τα θύματά της, χωρίς καμία απολύτως ενοχή, σπρωγμένη μόνο από μια ακόρεστη δίψα για το εφήμερο. Για τη λάμψη και τη δόξα της στιγμής. Με μια ψυχολογία που παραπαίει ανάμεσα στο θύτη και στο θύμα, η Νανά, διαλύει ανθρώπους και συνειδήσεις και ταυτόχρονα διαλύεται και η ίδια στο όνομα του πάθους, της αρρωστημένης κενόδοξης φιλοδοξίας, του απρόσωπου σεξ, αγαπώντας με τον λάθος τρόπο τους λάθος ανθρώπους. Η πορεία της, διαγεγραμμένη από την αρχή, οδηγεί σε ένα εκκωφαντικό τέλος. Όπως ακριβώς ήταν κι η ίδια από την αρχή.
Μια κοκκινομάλλα μαινάδα, μια ύπαρξη από έναν άλλο κόσμο, που αγαπάς να μισείς, αλλά ταυτόχρονα σε τραβάει σα μαγνήτης. Αυτή είναι η Νανά. Μια ερμηνεία που δικαιώνει και με το παραπάνω τη βαθιά αυτή σκηνοθεσία και εντυπωσιάζει με το μέγεθος του ταλέντου της ηθοποιού. Αυτή είναι η Ελένη Κερολάρη. Ενωμένα τα δύο αυτά στοιχεία, δημιουργούν ένα τελικό αποτέλεσμα που κάθε θεατρόφιλος οφείλει να παρακολουθήσει. Αξίζουν πολλά μπράβο και συγχαρητήρια στην ερμηνεύτριά μας σε έναν ιδιαίτερα δύσκολο ρόλο τον οποίο όχι μόνο έφερε εις πέρας, αλλά ταυτόχρονα τον απογείωσε! Της ευχόμαστε ειλικρινά, μόνο τα καλύτερα.
Γύρω από την περσόνα της Νανά, ξετυλίγεται ένα γαϊτανάκι ανθρώπων οι οποίοι αποτελούν μέρος της ζωής της. Σε σχέσεις αγάπης-μίσους, εξάρτησης και αλληλοεξάρτησης, η Νανά στην κυριολεξία καταβροχθίζει ψυχές και ταυτόχρονα καταβροχθίζεται από τα πάθη της.
Δίπλα της, εννέα εξαιρετικοί ερμηνευτές, εντυπωσιάζουν με δυναμικές ερμηνείες και αποτυπώνουν ξεκάθαρα τα σημεία των εποχών και την παράλογη πολλές φορές “λογική” μιας ταραχώδους χρονικής περιόδου.
Ο Νίκος Αναγνωστόπουλος ως μέθυσος, βίαιος ηθοποιός και ένας από τους εραστές της πρωταγωνίστριας, εντυπωσιάζει ιδιαίτερα με τον νατουραλιστικό τρόπο που υποδύεται έναν αρκετά απαιτητικό ρόλο ο οποίος απαιτεί ιδιαίτερη ρώμη και δυναμισμό προκειμένου να γίνει πιστευτός. Στην παράστασή μας, γίνεται και με το παραπάνω.
Η Αμαλία Ασκορδαλάκη, η Ποπέτα Σούκου και η Ελεάννα Παναγουλέα είναι οι τρεις γυναίκες που είναι πιο κοντά στην Νανά. Είτε ως απλές γνώριμες ως μέλη του θιάσου που εμφανίζεται ως σταρ, είτε ως φίλες και ερωμένες, είτε ως συγκάτοικοι, οι τρεις αυτοί γυναικείοι ρόλοι, αυτοπροσδιορίζονται και ταυτόχρονα προσδιορίζουν τη βασική πρωταγωνίστρια. Mέσα στο κλίμα μιας εποχής πολιτικής και ηθικής πτώσης, οι περσόνες αυτές ξεπουλούν και ξεπουλιόνται για το χρήμα, για την αίσθηση και το χρώμα αυτού. Μαζί με μια υποψία αγάπης να ξεπροβάλλει στιγμές-στιγμές μέσα από μικρά ξεσπάσματα ανθρωπιάς και συμπόνοιας, ακολουθούν έναν δρόμο που τελικά δε βγάζει πουθενά. Εξαιρετική η Ελεάννα Παναγουλέα ως φίλη και συγκάτοικος, με απόλυτη ειλικρίνεια και απλότητα, σφυρηλατεί έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο της παράστασης. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες δύο πρωταγωνίστριες, οι οποίες αποτυπώνουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο μια εποχή πτώσης και καθόδου. Ρεαλιστικές και ταυτόχρονα άτομα ενός άλλου κόσμου, τα οποία τονίζουν ακόμα περισσότερο τη μοναδικότητα της πρωταγωνίστριας.
O Βασίλης Σαμαριτάκης ως θιασάρχης και εραστής της Νανά, αποτυπώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την ηθική πτώση και τον εξευτελισμό ενός ανθρώπου ο οποίος, παρασυρμένος από το πάθος του, σε μια σχέση που ονομάζει αγάπη, ηττάται κατά κράτος. Εκπληκτικός σε κάθε ψυχολογική του διαβάθμιση ή έκρηξη, εντυπωσιάζει το κοινό του σε τρομερό βαθμό με το δόσιμό του στον ρόλο του. Είτε ως αδυσώπητος θιασάρχης με όλη τη δύναμη συγκεντρωμένη πάνω του, είτε στο τέλος ως απένταρος επαίτης, ο ερμηνευτής αυτός, ξέρει να συγκινεί βαθύτατα το κοινό του.
Το ίδιο ισχύει ως ερμηνεία και για τον Αλέξιο Κοτσώρη ο οποίος υποδύεται τον γαμπρό του θιασάρχη. Βαθιά θρησκευόμενος και ταυτόχρονα βαθιά ερωτευμένος με τη Νανά, είναι ένας χαρακτήρας που βιώνει επί σκηνής μια βαθύτατη ψυχολογική και ηθική σύγκρουση μια και ο τόσο προσεκτικά φυλαγμένος κόσμος του στην κυριολεξία καταρρέει κάτω από το μυτερό τακούνι της πρωταγωνίστριας. Εκπληκτικός στο παραλήρημά του και στην ευαισθησία που βγάζει ως ρόλος.
Η Σοφία Λιάκου ως απατημένη σύζυγος του θρησκευόμενου ερωτευμένου και η Αθηνά Μαυρομμάτη ως μητέρα ενός από τους φίλους-εραστές της Νανά, αποτελούν το συντηρητικό, αντίπαλο γυναικείο δέος. Σύμβολα του καθεστωτικού συντηρητισμού και καθωσπρεπισμού, μοιάζουν να έχουν παγιωθεί ως προσωπικότητες σε συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους που αδυνατούν να αποτινάξουν από πάνω τους. Εγκλωβισμένες στις επιλογές που επέβαλαν στον εαυτό τους ή και τους επιβλήθηκαν, οι δύο πρωταγωνίστριες αποτυπώνουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο τα ελληνικά δεδομένα εκείνης της εποχής.
Ο Άρης-Ηλίας Τοπάλογλου ως φίλος και εραστής καλλιτέχνης της πρωταγωνίστριας, μοιάζει να είναι ίσως ο πιο αληθινός άνθρωπος όσον αφορά τα αισθήματά του. Αφήνοντας στην άκρη τη φήμη, τη δόξα και τα χρήματα, το μόνο που προσφέρει στη Νανά είναι η αγάπη και η πίστη του σε αυτή ως το τέλος. Ο θεατρικός αυτός χαρακτήρας συμβολίζει την διαφάνεια και ειλικρίνεια που σπάνια συναντάει κάποιος σε όλη την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας. Είναι ο χαρακτήρας της θυσίας και αυτοθυσίας, της πίστης, είναι ο άνθρωπος που προχωρά τελικά την ιστορία ένα βήμα παραπέρα. Εξαιρετική ερμηνεία και δυναμισμός επί σκηνής, αναμειγμένα με ένα κράμα αθωότητας και ιδεαλισμού.
Όλοι οι πρωταγωνιστές που αναφέραμε, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό και δημιούργησαν μια εξαιρετικά ποιοτική παράσταση η οποία έχει κερδίσει τις καρδιές όλων. Τους αξίζουν θερμά συγχαρητήρια για την προσπάθειά τους αυτή και πολλά μπράβο για ένα αποτέλεσμα που πιστεύω ότι τους δικαίωσε και με το παραπάνω! Τους ευχόμαστε μόνο τα καλύτερα για ένα λαμπρό καλλιτεχνικό μέλλον!
Τα κοστούμια μιας πιο παλιάς εποχής, μοντέρνα και ξεχωριστά ανήκουν στη σκηνοθέτιδα και στον Νίκο Μαρμαροτούρη. Σχεδιασμένα με κομψότητα, απλότητα και άνεση, κατορθώνουν να μας περάσουν οπτικά τη μόδα που επικρατούσε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο με τρόπο ιδιαίτερα πετυχημένο.
Η μινιμαλιστική, ξεχωριστή και ευχάριστη στ΄ αυτιά μουσική της συνθέτριας Σίσσυ Βλαχογιάννη, έρχεται για να προσθέσει την ακουστική μαγεία στην υπέροχη αυτή παράσταση και συνοδεύει τέλεια καλλιτεχνικά το όλο σκεπτικό αυτής. Για άλλη μια φορά, η νέα Ελληνίδα αυτή καλλιτέχνιδα, έρχεται για να μας μαγέψει με τις νότες της, και την ευχαριστούμε βαθύτατα γι αυτό. Πολλά μπράβο για τη μουσική της, της αξίζει ο μεγαλύτερος θαυμασμός!
Οι φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα, μπόρεσαν να σηκώσουν όλες τις σκηνοθετικές αλλαγές και διαβαθμίσεις, και έδωσαν τη σωστή συνοχή στο θεατρικό μας. Προσεγμένη δουλειά και ένα άριστο αποτέλεσμα. Μπράβο στον καλλιτέχνη μας!
“Νανά”, στη γαλλική αργκό σημαίνει ερωμένη, φιλεναδίτσα. “Νανά” στο έργο του Ζολά και στο θεατρικό που είδαμε, σημαίνει πολλά παραπάνω. Η λέξη αυτή ντύνεται ιδιότητα και αποτυπώνεται πάνω σε μια σχεδόν φτιαχτή περσόνα όλη η σαθρή εικόνα μιας κοινωνίας η οποία οδεύει προς την καταστροφή του παλιού και τη γέννηση κάτι νέου. Μέρος αναλώσιμο της ιστορίας, η κάθε Νανά, γεννιέται, ζει, δοξάζεται, φθίνει και πεθαίνει με κάθε μεγάλη αλλαγή. Στο μεταξύ, αφήνει το στίγμα της, ανεξίτηλο, σε κάθε λογής καλλιτεχνικά έργα τα οποία αποδεικνύουν τη δύναμη της γυναικείας φύσης, της ομορφιάς, της σαγήνης του έρωτα και κυρίως, της ναρκωτικής εξάρτησης των αντρών από την αιώνια παγίδα του σαρκικού έρωτα.
Η παράσταση αυτή έχει πολλά να πει, έχει να δημιουργήσει ερωτήματα και φυσικά έχει τη δύναμη να σοκάρει και να ταρακουνήσει συνειδήσεις. Το έχουμε απόλυτα ανάγκη αυτό. Μην τη χάσετε με τίποτα!
Συντελεστές της παράστασης
ΝΑΝΑ του Emile Zola (Δραματοποιημένη λογοτεχνία)
Θεατρική Διασκευή: Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου
Σκηνοθεσία: Ανδρονίκη Αβδελιώτη
Σκηνικά-Κοστούμια: Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Νίκος Μαρμαροτούρης
Πρωτότυπη μουσική: Σίσσυ Βλαχογιάννη
Φωτισμοί: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Φωτογραφίες: Ναταλία Β.
Παίζουν: Νίκος Αναγνωστόπουλος, Αμαλία Ασκορδαλάκη, Ελένη Κερολάρη, Αλέξιος Κοτσώρης, Σοφία Λιάκου, Αθηνά Μαυρομμάτη, Ελεάννα Παναγουλέα, Βασίλης Σαμαριτάκης, Ποπέτα Σούκου, Άρης-Ηλίας Τοπάλογλου
Καμία κριτική