Οι kallitexnes.gr έχουν την τιμή να καλωσορίσουν τον σπουδαίο Έλληνα θεατρικό συγγραφέα, Γιώργο Α. Χριστοδούλου. Οι επιτυχίες του στο θεατρικό χώρο, είναι δεδομένες: “Γιαννούλης Χαλεπάς: η κοιμωμένη μου” (Βραβείο Κρατικού Θεάτρου), “Η Γκιλοτίνα” (Βραβείο Ακαδημίας), “Κύριε Αττίκ, τελειώσαμε…”, «Ομφάλιος Λώρος», «Λέλα Καραγιάννη», (Βραβείο Ακαδημίας), «Ξανθίππη» κ.α. αλλά και με έργα-λογοτεχνικά, όπως “Ο Λόφος της Ειρήνης” (Βραβείο Ουνέσκο), “Το δάκρυ (ζεϊμπέκικο) της Τζοκόντας” και πολλά άλλα.Στο μυαλό του θεατρικού συγγραφέα, Γιώργου Α. Χριστοδούλου
Στο μεταξύ, έρχεται οσονούπω και το νέο σας Θεατρικό, «Όταν η φόνισσα συνάντησε τη Μήδεια» στο Μπροντγουέι. Με όλα αυτά, θεωρείστε ο πιο αντιπροσωπευτικός θεατρικός συγγραφέας της χώρας μας.
Τελικά πώς αισθάνεται κάποιος που του έχει αποδοθεί αυτός ο τίτλος; Τον απελευθερώνει ή αντίθετα τον σκλαβώνει με το βάρος που φέρει;
Γ.Χ: Σκλαβωμένοι είμαστε όλοι. Διαφωνώ εντελώς με τον Σαρτρ που είπε πως ο άνθρωπος είναι ελεύθερος. Το να σοβαρεύει κανείς, από τίτλους που του αποδίδονται, είναι παγίδα. Σοβαρός δεν υπήρξα ποτέ. Υπήρξα μόνο σκεπτόμενος. Όλα για μένα είναι σαν ένα δυνατό παιχνίδι. Χαράζω το δρόμο μου, χωρίς να αναλώνομαι σε κάτι που μου είναι αδιάφορο, στρυφνό και πέρα από την δική μου αισθητική. Είναι χρόνος χαμένος.
Γνωρίζω τι ακριβώς γράφω. Δεν γράφω όμως για όλους. Θα έλεγα πως είμαι ένας θεατρικός συγγραφέας, που δεν του άρεσαν ποτέ τα στεγνά μάτια… αν αυτό σας λέει κάτι.
Έχετε καταγωγή από το Βέλο Κορινθίας. Η Κορινθία, ως γνωστόν, έχει γεννήσει πάρα πολλούς μεγάλους δημιουργούς των τεχνών και των γραμμάτων. Θεωρώντας ότι ο τόπος γέννησης, το πατρικό σπίτι και η οικογένεια αποτελούν ένα ιδιαίτερα σημαντικό “σημείο αναφοράς” από τα πρώτα κιόλας βήματα ενός ανθρώπου, κατά πόσο μέσα από κάθε σας έργο, αναδύεται ως επίδραση ή ως ιδέα ο τόπος καταγωγής σας;
Γ.Χ: Οι ρίζες μου, είναι από το ορεινό Καίσαρι της Κορινθίας. Μεγάλωσα όντως στο Βέλο. Το σημείο αναφοράς που λέτε, είναι το πατρικό σπίτι. Από κει ο άνθρωπος δέχεται τις «ιερές προσλαμβάνουσες». Αυτές δεν μπορούμε ούτε να τις αποβάλλουμε, μήτε να τις ακυρώσουμε. Καθορίζουν τη συνέχεια… τα νιάτα…το γήρας. Είτε ξεκινά κανείς από ένα μαιευτήριο, είτε από ένα ορφανοτροφείο, είτε από ένα γκρι κάδο σκουπιδιών όπως αναφέρω και στον «Ομφάλιο Λώρο».
Μέσα από πολλά απ’ τα έργα σας, αναδύεται η μορφή του θηλυκού. Είτε ως υπαρκτό πρόσωπο, είτε ως ανάμνηση, είτε ως αρχέτυπο, η ύπαρξη της γυναίκας μοιάζει να κινεί και να κινείται μέσα σ’ έναν κόσμο ο οποίος προχωρά με τους δικούς του κανόνες. Κατά πόσο μέσα στα έργα σας στα οποία πρωταγωνιστεί η γυναίκα, πιστεύετε ότι καταργούνται /αγνοούνται οι κανόνες που ανέφερα πιο πριν;
Γ.Χ: Η γυναίκα, το θηλυκό, είναι το «όλον». Συνθλίβει αν θέλει, όλους τους κανόνες εκεί που θέλει, τη στιγμή που θέλει. Προσθέτει και αφαιρεί. Δημιουργεί το ανύπαρκτο και καταργεί το υπαρκτό. Η σκέψη μιας γυναίκας είναι μαγική, κρυφή, παράξενη,…αλλά πάντα αληθινή στα «θέλω» της.
Η γυναίκα δεν μπορεί να περιμένει… γιατί απλά, περιμένει συνεχώς!
Στα θεατρικά μου, θα έχω πάντα τη μορφή της, είτε ως ανάμνηση, είτε ως αρχέτυπο, είτε ακόμα και ως υπαρκτό-ανύπαρκτο πρόσωπο!
Ένα νανούρισμα, ένα μοιρολόι, ένας έρωτας..μια γέννα… μια μάνα…
Κάτι το οριστικό κι αμετάκλητο, το οποίο πραγματεύεστε στα γραπτά σας είναι ο θάνατος. Είναι τελικά ο θάνατος, πέρα από ένα αληθινό γεγονός (όπως ακριβώς και η ζωή που βιώνουμε), μια ιδέα επίσης; Είναι η φυσική κατάληξη της ζωής ή σε κάποιες περιπτώσεις όπως λ.χ, στην “Γκιλοτίνα”, ο σκοπός αυτής;
Γ.Χ: Ο Θάνατος δεν είναι ούτε ιδέα, ούτε αλήθεια, ούτε ψέμα.
Ο Θάνατος είναι το τέλος. Η μεγαλύτερη φιλοσοφία ζωής είναι η μελέτη θανάτου, όπως μας θυμίζει ο Πλάτωνας και μετέπειτα ο Λιαντίνης.
Ο άνθρωπος γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να έλθει ποτέ πάλι να ξαναζήσει. Αυτό είναι συνταρακτικό… και σαν σκέψη φοβερή! Συνεπώς την τελευταία του στιγμή, την θεωρώ κορυφαία.
Τώρα, άλλο φυσική κατάληξη, και άλλο σκοπός. Ο σκοπός πρέπει να περιέχει την βαριά αιτιολογία. Όπως και να΄χει, δεν πρόκειται να γράψω ποτέ ένα θεατρικό έργο που να μην εμπεριέχει τον θάνατο. Για μένα, δεν θα είχε κανένα νόημα. Θα ήταν σίγουρα ένα κείμενο φρικτό!
Πότε και πώς ακριβώς αντιληφθήκατε ότι το μέλλον σας οδηγούσε προς τον κόσμο της συγγραφικής δημιουργίας; Ποιο ήταν το πρώτο σας έργο;
Γ.Χ: Ένα μπλε τετράδιο! Είχε τίτλο «Σκέψεις». Όταν ήμουν 14 χρονών. Ένας άνθρωπος που μονολογούσε… Το έγραψα καθισμένος σ’ ένα ξύλινο σκαμνί, δίπλα σ’ ένα μαγκάλι με κάρβουνα… Με αυτόν τον τρόπο ζεσταινόμασταν τότε. Το μαγικό είναι, πως έχω ακόμα και το σκαμνί και το τετράδιο! Το μαγκάλι δεν υπάρχει.
Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα σε όλα τα “παιδιά” σας, ποια είναι εκείνα για οποία τρέφετε ιδιαίτερη αδυναμία; Ποια σας αντιπροσωπεύουν περισσότερο ως άνθρωπο και ποια ως συγγραφέα;
Γ.Χ: Ο άνθρωπος στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ταυτόχρονα και Θεατρικός συγγραφέας. Είναι δηλαδή το ίδιο πρόσωπο. Ωστόσο, την αδυναμία σε κάποιο έργο μου, δεν μου την δημιουργεί η γραφή μου. Πιστέψτε με. Την δημιουργούν οι ηθοποιοί και ο εκάστοτε σκηνοθέτης. Την δημιουργούν οι πρόβες, η θετική διάθεση και το ανθρώπινο στοιχείο. Ναι, δεν σας κρύβω, πως κάποια έργα μου τα έχω ξεχωρίσει. Όμως δεν μπορώ να τα αναφέρω. Καταλαβαίνετε…
“Η γυναίκα, το θηλυκό, είναι το «όλον». Συνθλίβει αν θέλει, όλους τους κανόνες εκεί που θέλει, τη στιγμή που θέλει. Προσθέτει και αφαιρεί. Δημιουργεί το ανύπαρκτο και καταργεί το υπαρκτό. Η σκέψη μιας γυναίκας είναι μαγική, κρυφή, παράξενη,…αλλά πάντα αληθινή στα «θέλω» της”.
Πολλοί άνθρωποι εκλαμβάνουν το θέατρο ως μια πηγή ανέφελης διασκέδασης, η οποία έχει ως μοναδικό σκοπό την ψυχαγωγία. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Γ.Χ: Δεν γράφω θέατρο για να διασκεδάσω. Γράφω για να ανακαλύπτω και να αποκαλύπτω. Το θέατρο δεν είναι διασκέδαση, είναι αποκάλυψη. Η θεατρική γραφή μου δεν θα ήθελα ποτέ να ταυτιστεί με χαρμόσυνα παλαμάκια, τραγούδια και ασυνάρτητες ιαχές. Αυτό το θεατρικό είδος εμένα δεν μου ταιριάζει. Πάντα, αυτό που έκανε τον άνθρωπο καλύτερο, ήταν η συγκίνηση και η ανακάλυψη.
Η διασκέδαση, κυρίως δε, μιας ελεεινής βωμολοχίας, ανήκει μόνο στα …κρεβάτια!
Γιατί η Ελλάδα της παγκόσμιας ιστορίας, των τεχνών και των γραμμάτων, δείχνει να μη δίνει την πρέπουσα σημασία στον ποιητή, στον θεατρικό συγγραφέα, στον άνθρωπο-καλλιτέχνη γενικά ο οποίος δρα και δημιουργεί στα μετόπισθεν; Τελικά, όλα για τη βιτρίνα και το φαίνεσθαι γίνονται προκειμένου να έχουν αξία στα μάτια του κοινού;
Γ.Χ: Αυτή η Ελλάδα που γνωρίσαμε δεν υπάρχει πια. Νομίζουμε πως υπάρχει. Ήταν για πολλές δεκαετίες στην εντατική και τελικά εξέπνευσε. Την κηδέψαμε το καλοκαίρι του 2004, με κροτίδες, βεγγαλικά και αχαχουχα ακούγοντας την συγκινητική πράγματι μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Βεβαίως δεν έλειψαν και τραγούδια του Χατζιδάκι αλλά χωρίς να είναι ο Μάνος …παρών. Είχε «φύγει».
Το πολύτιμο φως της γηραιάς κυρίας, το κρατούσαν οι πρωθιέρειες και ιέρειες! Την κηδεία παρακολούθησαν όλοι οι πολίτες της και μεταδόθηκε σε όλο τον κόσμο από τις τηλεοράσεις. Ήταν στ’ αλήθεια μια σπαρακτική κηδεία! Από τότε, όλος ο παγκόσμιος κοινωνικός ιστός, στέκεται πάνω από το φέρετρό της και την κοιτάζει μοιάζοντας με τον «Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι». (Ω! τι βασανιστική ομοιότης!) ψιθυρίζοντας εκείνο το εμβατήριο…«Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει..», ελπίζοντας κάποια στιγμή στην Ανάσταση…
Μα η ελπίδα, είναι γνωστό πως είναι η πιο θλιβερή λέξη της Ελληνικής γλώσσας!!
Κατά πόσο θεωρείτε ότι ο πολιτικός είναι κοντά ή μακριά σ’ αυτό που ονομάζεται “άνθρωπος”; Στα σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι που γίνονται πολιτικοί, όμως κατά πόσο ένας πολιτικός σκέφτεται, αισθάνεται κι εξυπηρετεί ανθρώπινα συμφέροντα;
Γ.Χ: Συγγνώμη, αλλά την πολιτική στον τόπο αυτό, δεν την εκτιμώ. Και εξηγούμαι: Τα παιδιά μου, έχουν μια άποψη γιατί δικαιούνται να έχουν. Η κόρη μου είναι γιατρός και ο γιος μου επιστήμονας. Εγώ είμαι ένας Έλληνας πολίτης. Ως εκ τούτου, εγώ, που δεν έχω σπουδάσει τίποτα, δεν μπορώ να έχω άποψη. Τοποθέτηση, έστω θέση, ναι. Ποτέ όμως άποψη. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα.
Τοποθετούμαι λοιπόν με μια εισήγηση: Ας ξεκινήσουν όλοι οι Άρχοντες, νυν και πρώην, με μια εξαιρετική ανατροπή. Με Πρόεδρο τον κ. Μπαμπινώτη ή άλλο γλωσσολόγο της αρεσκείας τους, να κάνουν μάθημα πάνω σε τρεις λέξεις: «Πολιτική», «Κοινωνία», «Δημοκρατία». Να εντρυφήσουν πάνω στην λεπτομερή ετυμολογία των συγκεκριμένων λέξεων. Θα ήταν εκρηκτικά θαυμάσιο! Τι λέτε;
Σχέδια για το μέλλον; Για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821 έχετε γράψει κάτι;
Γ.Χ: Για το ΄21 έχω γράψει τρία έργα. «Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του… Θεόδωρος Κολοκοτρώνης», «Μια δίκη παρωδία..Γεώργιος Καραϊσκάκης», και «Αι γενεαί πάσαι Νικηταράς!».
Το τελευταίο θα το σκηνοθετήσω προσωπικά. Τα υπόλοιπα τα έχουν αναλάβει αντίστοιχα η Γ. Κουνδουράκη και ο Γ.Μόρτζος. Στα δύο από τα τρία, που ήδη γίνονται πρόβες, έχει γράψει μια μαγική μουσική ένας από τους κορυφαίους συνθέτες στην Ελλάδα, ο μαέστρος Ραφαήλ Πυλαρινός.
Στο μεταξύ, η παράσταση «Κύριε Αττίκ… τελειώσαμε!» με τον Π. Αποστολόπουλο, θα συνεχίσει για 3η χρονιά, η «Λέλα Καραγιάννη» με την Μ.Βιδάλη για 6η, και θα ανέβει ξανά ο Χαλεπάς σε σκηνοθεσία του Α.Στελιανέση. Ίσως να ξαναπαιχτεί και το «Επτά», το οποίο έκανε πρεμιέρα πέρυσι και σταμάτησε λόγω καραντίνας. Όσο για το έργο «Το Ζεϊμπέκικο της Τζοκόντας», είναι ήδη έτοιμο και το έχει αναλάβει η κα Ζήκου. Όλα αυτά βεβαίως, όταν λήξει ο… «πόλεμος»!
Ανατρέχοντας πίσω στις αναμνήσεις σας, μοιραστείτε αν θέλετε μαζί μας, κάποιες σημαντικές στιγμές που ζήσατε ως θεατρικός συγγραφέας και τις οποίες δεν πρόκειται να ξεχάσετε ποτέ.
Γ.Χ: Η ζωή είναι μνήμη! Δεν θα ξεχάσω στον Αττίκ, όταν μια γιαγιά στο τέλος της παράστασης, μ’ αγκάλιασε και πήγε να μου φιλήσει το χέρι!
Την Ξανθίππη που την έγραψα μέσα σε αεροπλάνο!
Τα ατελείωτα αστεία που κάναμε όλοι στον «Ομφάλιο Λώρο».
Υπήρχε κι αυτή η σκηνή του σεισμού. Ήταν τόσο σωστός ηχητικά, που κάποιοι θεατές τον νόμιζαν για αληθινό και έτρεχαν να βγουν έξω!
Δεν θα ξεχάσω πριν πολλά χρόνια, τον Γιάννη Μόρτζο, αυτόν τον θεατράνθρωπο, όταν με πήρε τηλέφωνο για να μου πει πως θα ανεβάσει το έργο «Γιαννούλης Χαλεπάς..η κοιμωμένη μου». Το «ευχαριστώ» μου, στον Μόρτζο, θα ναι πάντα, σαν τον τίτλο ενός θεατρικού που πρέπει να ακολουθεί το όνομα του συγγραφέα.
Θα θυμάμαι πάντα, τις σκηνοθεσίες που έκανα σε 2 έργα (Λόρκα και Γκόγκολ) στα Πανεπιστήμια του Μέμφις στις ΗΠΑ με μεταφραστή, διότι τότε δεν μιλούσα σχεδόν καθόλου Αγγλικά.
Δεν θα ξεχάσω τον υπέροχο Β. Πλατάκη, τις γνώσεις του, αλλά και τη διάθεσή του να βρίσκομαι συνεχώς στις πρόβες καθώς σκηνοθετούσε το «Όταν η Φόνισσα συνάντησε τη Μήδεια». Τον ευχαριστώ. Δεν θα ξεχάσω τη μουσική και τα πειράγματα του Τάκη Μπινιάρη… Όμορφες μέρες…
Το πιο ωραίο όμως, συνέβη ένα απόγευμα του 2018, στον ηλεκτρικό. Ένα ζευγάρι και μια γυναίκα συζητούσαν αν θα πάνε στην «Γκιλοτίνα». Ο άντρας δεν ήθελε, λέγοντας πως «Αυτός ο συγγραφέας σκοτώνει από τους ήρωές του, το 50% από τους ηθοποιούς του. – Δεν πάω, σου λέω!». Η γυναίκα του όμως επέμενε. Ήμουν ακριβώς πίσω τους. Σοκαρίστηκα…Ένιωσα «φονιάς» ένα πράμα; Δεν μίλησα βεβαίως.
Εν τούτοις, εκείνο το βράδυ απρόσμενα, τους είδα στο θέατρο!
Στο τέλος της παράστασης, είδα τον άντρα ενθουσιασμένο. Όταν με συνεχάρη του ψιθύρισα: «Φίλε μου, κι απόψε όπως είδες, σκότωσα και πάλι το 50% των ηθοποιών μου!».
Κακές στιγμές θυμάστε;
Γ.Χ: Αλίμονο! Σε μια πρεμιέρα, στήθηκαν τα κανάλια απ έξω. Είχαν έρθει πολλοί ηθοποιοί της τηλεόρασης. Δεν ήρθαν να δουν την παράσταση, αλλά να φωτογραφηθούν. Όμως μόνο αυτό. Τι λυπηρό…
Στο τέλος, ένας καμεραμάν με ρώτησε:
«Ρε παλικάρι(!) πού είναι ο συγγραφέας να μας πει δυο κουβέντες;» Δεν με γνώριζαν, φυσικό αυτό. «Είναι στην τουαλέτα..μάλλον έχει διάρροια..», τους απάντησα κι έφυγα για το σπίτι… Ομολογώ, πως ήταν η χειρότερη πρεμιέρα της ζωής μου. Συμβαίνουν κι αυτά…
Με ένα βραβείο Ουνέσκο, ένα βραβείο Κρατικού Θεάτρου και πλήθος άλλων τιμητικών διακρίσεων, πόσο νιώθετε ότι ξεχωρίζετε ως πνευματικό δυναμικό και τι πιστεύετε ότι σας προσέφεραν αυτές οι διακρίσεις σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο;
Γ.Χ: Ουδείς άνθρωπος ξεχωρίζει ως πνευματικό δυναμικό. Ξεχωρίζει μόνο ως εξέλιξη από την αφετηρία του και τον συνεχή προβληματισμό του. Αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό τοποθετώ στα γραπτά μου.
Όλα μου σχεδόν τα έργα έχουν βραβευτεί. Και λοιπόν; Από την Π. Δέλτα ως την Λ. Καραγιάννη. Ε, και; Τα βραβεία δεν προσφέρουν, απλά δικαιώνουν ή αδικούν. Σε κάθε τιμητική δικαίωσή μου λοιπόν, χαιρόμουν σαν παιδί και τα μάτια μου βούρκωναν…
Πάντως, είμαι κραυγαλέα αντίθετος με αυτούς που αρνούνται να παραλάβουν ένα βραβείο. Το θεωρώ ύποπτο, άκρως υποκριτικό και τρισάθλιο.
Περιγράψτε μας, αν θέλετε, μια συνηθισμένη μέρα ενός συγγραφέα, και μια ασυνήθιστη!
Γ.Χ: Όταν έχω καφέ – βενζίνη στο αμάξι- τσιγάρα και στυλό, θα ζήσω μια συνηθισμένη μέρα. Προσπαθώ να την ντύσω με μαγεία ο ίδιος.
Όταν έστω ένα από τα πάρα-πάνω λείπει, βιώνω μια ασυνήθιστη μέρα. Αλλά εκείνο που μου λείπει, το αντικαθιστώ. Αυτές λοιπόν οι αντικαταστάσεις είναι το θαυμαστό μεδούλι της ζωής. Γιατί μας παραδίδουν απλόχερα το απρόβλεπτο, το ξαφνικό, το ωραίο ή ενίοτε ακόμα και το τραγικό. Δεν έχετε, παρά να κοιτάξτε πίσω σας… αναρωτηθείτε… Η ζωή μας, δεν είναι γεμάτη αντικαταστάσεις;
Η ύπαρξη του ονείρου όχι ως ιδέα, αλλά ως σκοπός, ως στόχος, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πιστεύετε ότι πρέπει να κυνηγάμε όλοι τα όνειρά μας; Πού τελικά τελειώνει το όνειρο και πού ξεκινά η ουτοπία;
Γ.Χ: Το όνειρο είναι αυτή ακριβώς η ουτοπία. Η ψευδαίσθηση. Σε κανέναν δεν άρεσε ποτέ η πραγματικότητα. Βολεύεται να έχει την δική του. Ωωω..τι γυμνό..τι σαγηνευτικό..και τι μοιραίο λάθος!
Τον μονόλογο «Η Κούνια» που ερμήνευσε εκστατικά η Μ. Δρακοπούλου, τον έγραψα και τον σκηνοθέτησα κιόλας, ακριβώς γι αυτές τις δύο λέξεις. Ψευδαίσθηση και πραγματικότητα.
Και τούτο, γιατί ευτύχησα να κάνω διαλόγους με ανθρώπους ιδιαίτερους. Τον Αργύρη Χιόνη, τον Λιαντίνη, τον παγκόσμιο Χατζιδάκι, τον Ρίτσο που ήταν και γείτονάς μου… και άλλους. Όλοι αυτοί, μου έμαθαν πολύ καλά, ίσως την σημαντικότερη λέξη: «Όραμα».
Να θέλει κάτι ο άνθρωπος πολύ, άγρια, να το βλέπει μέσα από την έλλειψή του και να χάνεται μέσα σε αυτό! Γιατί μόνο εκεί θα δει τον εαυτό του..την αλήθεια του. Εκεί θα ολοκληρωθεί… εκεί θα πεθάνει… κι εκεί θ’ αναστηθεί… ξανά και ξανά…
Μέσα από τα λόγια ενός ποιήματός σας, ας κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη. Με ένα ποίημα και μια ευχή, ας ανανεώσουμε το ραντεβού μας σε μια νέα σας θεατρική παράσταση!
Γ.Χ: Θα κλείσω ας μου επιτρέψετε, με ένα ποίημα ίσως και λίγο προφητικό, που τελείωσα την ομιλία μου σε Πανεπιστήμιο στις ΗΠΑ το 2007.
«Νέοι! Με τη φλόγα της ψυχής σας
φωτίστε τον μεγάλο ουρανό…
Τραγουδήστε δυνατά το χάραμα
Ξεσηκωθείτε!
Βυθίστε με χαμόγελο
τα σύνορα όλων των χωρών
στο λαβωμένο χώμα
μιας τραυματισμένης Οικουμένης…!»
Αγγελική Μπάτσου
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Latest posts by Αγγελική Μπάτσου (see all)
- “Τα πνεύματα του Χιλ Χάους”, σε σκηνοθεσία Ανδρονίκης Αβδελιώτη, στο “Αγγέλων Βήμα” - 14 Δεκεμβρίου 2024
- “Το Παλτό” του Νικολάϊ Γκόγκολ, σε σκηνοθεσία-διασκευή Θοδωρή Γκόγκου, στο θέατρο “Αργώ” - 6 Δεκεμβρίου 2024
- Εντρυφώντας στην “Υψηλή μαγειρική των σχέσων”, σε σενάριο Βίλης Σωτηροπούλου και σκηνοθεσία Κέλλυς Σταμουλάκη, στο Θέατρο της Ημέρας - 27 Νοεμβρίου 2024
Καμία κριτική