“Μαντόνα με το γούνινο παλτό”, σε σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη, στο θέατρο Alhambra

Πριν λίγες μέρες, βρέθηκα προσκεκλημένη στην πρεμιέρα του θεατρικού “Μαντόνα με γούνινο παλτό”, του Τούρκου συγγραφέα Σαμπαχατίν Αλί, σε σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη, στο θέατρο Alhambra. Ένα πλήθος από καλλιτέχνες και δημοσιογράφους, θαύμασε στον ανακαινισμένο, μοντέρνο χώρο του θεάτρου, μια παράσταση η οποία ύμνησε με τον πιο ποιητικό και διεξοδικό τρόπο, τον έρωτα, τη μοναξιά αυτού, και την απώλεια, μέσα από τις περιπέτειες του Ραϊφ, τον ήρωα του Τούρκου συγγραφέα.

Το έργο αυτό, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί μια έμμεση αυτοβιογραφία, απαθανατίζει όλες τις πτυχές του καλλιτέχνη, σε μια περίοδο της ζωής του όπου έζησε και ερωτεύτηκε μια Γερμανοεβραία καλλιτέχνιδα στο Βερολίνο του μεσοπολέμου. Αρχικά, δημοσιεύτηκε αποσπασματικά στην εφημερίδα “Χακικάτ”, το 1940-41 και έπειτα εκδόθηκε ως βιβλίο, το 1943. Η μεγάλη αναγνώριση όμως ήρθε το έτος 2013, όταν μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και αγαπήθηκε τόσο από τους Τούρκους, όσο και από αναγνώστες από άλλες χώρες. Ο Σαμπαχατίν, μέσα από την προσωπική του, ερωτική ιστορία, κατορθώνει να αποτυπώσει και να προβάλει ιδέες και απόψεις οι οποίες στρέφονται ενάντια στο απολυταρχικό καθεστώς της χώρας του, γεγονός το οποίο το πλήρωσε με την ίδια του τη ζωή. Το γραπτό του όμως, ένα εξαίσιο δείγμα λογοτεχνικού λόγου, παρέμεινε ζωντανό, και έχει αποτελέσει υλικό για ποικίλες αναλύσεις και ένα πλήθος από θεατρικές παραστάσεις.

Η ιστορία του Ραϊφ, μέσα από τα λόγια της αφήγησης ενός άλλου προσώπου, ενός νεαρού υπαλλήλου που δούλευε μαζί του, γίνεται στη σκηνή του θεάτρου, η αφήγηση ζωής του Ραϊφ- Σαμπαχατίν, ο οποίος κάποτε έγραψε τα μυστικά της καρδιάς του σε ένα ημερολόγιο-τετράδιο, το εμπιστεύτηκε στον συνάδελφό του και συνακόλουθα στο κοινό του, το οποίο παρακολουθεί μια ακόμα ιστορία αγάπης, δοσμένη όμως με υπέροχο τρόπο. Πού ξεκινά και πού τελειώνει ο συγγραφέας και πού ο ήρωας; Ας χαθεί η απάντηση αυτή στη μαγεία της κάθε σκηνής μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, από τις σκηνοθετικές οπτικές και τις θεατρικές ατάκες…

Υπόθεση της παράστασης 

Ένας νεαρός Τούρκος, ο Ραΐφ, πηγαίνει στο Βερολίνο με σκοπό να μάθει την τέχνη της σαπωνοποιίας, και επιστρέφοντας στη χώρα του, να αναλάβει την επιχείρηση του πατέρα του. Έχοντας μια ευαίσθητη ψυχή, γεμάτη περιέργεια και ενδιαφέρον για γνώση, επιθυμεί πάνω απ’ όλα, να γνωρίσει την Ευρώπη και τους ανθρώπους της. Μοναχικός και ιδιόρρυθμος, όπως όλες οι καλλιτεχνικές φύσεις, ψάχνει διαρκώς κάτι που θα τον γεμίσει ως νόημα και αξία. Περιπλανώμενος στην πόλη, ενώ επισκέπτεται μια γκαλερί, αντικρίζει έναν πίνακα που του κλέβει την καρδιά και γίνεται γι’ αυτόν σημείο αναφοράς. Έχοντας μπροστά του το πορτρέτο της τέλειας γυναίκας, η οποία είναι ό,τι ακριβώς ονειρευόταν, ο Ραϊφ, έχει βρει το αντικείμενο λατρείας του. Αρχίζει να επισκέπτεται τακτικά την έκθεση και να αφιερώνει ώρες ατελειώτες στο να περιεργάζεται τον συγκεκριμένο πίνακα. Όταν κάποια στιγμή γνωρίζεται προσωπικά με τη γυναίκα που απεικονίζεται σ’ αυτόν, τη ζωγράφο, Μαρία Πούντερ, η ζωή του μπαίνει σε μια εντελώς διαφορετική τροχιά. Εκείνη, Γερμανοεβραία από την Τσεχία, εκείνος, Τούρκος μουσουλμάνος, μια σχέση δύσκολη από το πρώτο λεπτό. Εκείνη, αρχικά απόμακρη, δείχνει να αμφισβητεί τις προθέσεις και τα συναισθήματά του και θέτει όρους και όρια τα οποία σιγά σιγά παραβαίνει. Εκείνος, δοσμένος ολοκληρωτικά σε αυτή τη σχέση, δέχεται τα όρια και ακολουθεί τους ρυθμούς της Μαρίας. Η σχέση τους, σχέση πάθους, συντροφικότητας, σχέση ζωής και θανάτου, αποτελεί μια ακόμα ιστορία αγάπης που πέρασε, και η οποία όμως αναγεννιέται μέσα από τις λέξεις κάθε παράστασης και βιβλίου.

8816

“Με μεγάλη μου χαρά, είδα τρεις νεαρούς καλλιτέχνες, να έχουν σηκώσει επ’ ώμου μια ιδιαίτερα απαιτητική παράσταση και να τη φέρνουν εις πέρας με τον καλύτερο τρόπο. Το να έχει κάποιος το θάρρος, την υπομονή, την αυταπάρνηση και το ταλέντο να στηρίξει έναν δύσκολο ρόλο, αποδεικνύει κατά το πόσο είναι ικανός να προχωρήσει στο δύσκολο μονοπάτι της υποκριτικής τέχνης”.

Ανάλυση της παράστασης

Η παράσταση που παρακολουθήσαμε ήταν μια ωδή στον έρωτα, γεμάτη ποίηση, χορευτική κίνηση (και χορό), ζωγραφική, εισβολή της φύσης και του περιβάλλοντος ενός Βερολίνου του Μεσοπολέμου, στη σκηνή ενός θεάτρου, εν έτει 2023. Η Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη, με τη βοήθεια της Δανάης Παπακωνσταντίνου και τη συνεργασία της Έφης Βενιανάκη, η οποία εργάστηκε κάτι παραπάνω από επιτυχώς στην απόδοση του κειμένου, απέδειξε για άλλη μια φορά, το ταλέντο της στη σκηνοθεσία, δημιουργώντας, σύμφωνα με την προσωπική μου πάντα άποψη, το καλύτερο αποτέλεσμα που μας έχει δώσει έως τώρα. Από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό της παράστασης, ως κοινό, βιώσαμε ένα ταξίδι στη μαγεία, σε μια παλιά εποχή η οποία έξυπνα τοποθετημένη στο τώρα, έφτιαξε ένα άχρονο σύμπαν ομορφιάς και τέρψης όλων των αισθήσεων. Συνδυασμός εποχών, μοντέρνα σκηνικά, μουσικός επί σκηνής, ένα τοπίο το οποίο στεγάζει έναν έρωτα που ταιριάζει σε κάθε εποχή, τονίζοντας το διαχρονικό κάθε ιστορίας αγάπης που σβήνει στο πέρασμα του χρόνου. Η σκηνοθεσία κατορθώνει να αποτυπώσει με σχεδόν τέλεια σκληρό τρόπο, τα βαθιά συναισθήματα των πρωταγωνιστών που προκαλούν τρόμο και στους ίδιους, τη σημασία της φύσης και της τέχνης στη ζωή, και κυρίως το παιχνίδι της μοίρας που πολλές φορές μας φέρνει αντιμέτωπους με τον ίδιο μας τον εαυτό. Ένα βήμα παραπέρα ο συνδυασμός κλασικού, μοντέρνου και μεταμοντέρνου, δημιουργεί με τολμηρότητα μια εξαιρετική παράσταση που την προτείνω ανεπιφύλακτα.

Η Βίκυ Διαμαντοπούλου ως Μαρία, κατορθώνει με ευαισθησία, συναισθηματισμό και δυναμισμό, να αποτυπώσει όλο το βάθος του χαρακτήρα μιας καλλιτέχνιδας που βιώνει τα πάντα στο μέγιστο βαθμό και ζει τη ζωή της με την τραγικότητα και το μυστήριο που ταιριάζει σε ηρωϊδα μυθιστορήματος. Ο Φώτης Καράλης, σε κύριο ρόλο κονφερανσιέ-συναδέλφου του Ραϊφ, καθώς και σε άλλους ρόλους-έκπληξη, εντυπωσιάζει με το πολυδιάστατο και χρωματιστό του ρεπερτόριο, καθώς και με την ικανότητά του να ελίσσεται με ευελιξία από το ένα πρόσωπο στο άλλο. Ο Βασίλης Τριανταφύλλου ως Ραϊφ, ντύνεται τη μορφή και τον χαρακτήρα του Τούρκου με την μοναχική κι ευαίσθητη ψυχή που αγάπησε ένα άπιαστο όνειρο, το έκανε αλήθεια και έπειτα, μέσα στην αμείλικτη πορεία του χρόνου, το έχασε, και μαζί με αυτό, ένα κομμάτι του εαυτού του. Οι ζωές όμως των ανθρώπων που αγαπήθηκαν μοιάζουν πολλές φορές με εφαπτόμενους κύκλους…

Με μεγάλη μου χαρά, είδα τρεις νεαρούς καλλιτέχνες, να έχουν σηκώσει επ’ ώμου μια ιδιαίτερα απαιτητική παράσταση και να τη φέρνουν εις πέρας με τον καλύτερο τρόπο. Το να έχει κάποιος το θάρρος, την υπομονή, την αυταπάρνηση και το ταλέντο να στηρίξει έναν δύσκολο ρόλο, αποδεικνύει κατά το πόσο είναι ικανός να προχωρήσει στο δύσκολο μονοπάτι της υποκριτικής τέχνης. Τα τρία αυτά παιδιά, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους επί σκηνής, ακολουθώντας τις οδηγίες μιας ικανότατης σκηνοθέτιδας. Συγχαρητήρια σε όλη την ομάδα!

Θεωρώ όμως ότι σε όλο αυτό το πανέμορφο σκηνικά αποτέλεσμα συνετέλεσε η καθοριστική αρωγή της Ματίνας Κωστιάνη η οποία ανέλαβε τις χορογραφίες και την επιμέλεια κίνησης. Η ρευστότητα, χάρη, αρμονία και ομορφιά όλων των κινήσεων των ηθοποιών, και ιδιαίτερα οι χορογραφίες, ήταν ένα από τα πιο εντυπωσιακά και άρτια καλλιτεχνικά αποτελέσματα που έχω δει ως τώρα. Μπράβο της! Από άποψη μουσικής, ο Ανδρέας Γυφτάκης, με το αρμόνιο επί σκηνής, έδωσε έναν μοντέρνο, μουσικοθεατρικό χαρακτήρα στην παράσταση, ο οποίος συνδυάστηκε τέλεια με την πρωτότυπη μουσική του Κώστα Νικολόπουλου. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιώργου Λιντζέρη, συνδυάζοντας το παλιό (τα κοστούμια), με το μοντέρνο (τα σκηνικά, σε συνδυασμό με την έξοχη ιδέα του προτζέκτορα), μαζί με τους σωστά μελετημένους φωτισμούς του Γιώργου Αγιαννίτη, συνετέλεσαν ώστε να αποκτήσει το θεατρικό αυτό, την ανώτερη ποιότητα που λάβαμε όλοι εμείς, ως ακροατήριο. Εξαιρετική δουλειά, από όλους!

Θεωρώντας (και ελπίζοντας), ότι η συγκεκριμένη παράσταση, θα βρει τον δρόμο της όχι μόνο στις καρδιές του κοινού, αλλά ίσως και σε θεατρικά βραβεία, το μόνο που μου μένει να ευχηθώ είναι να έχουμε όλοι την τύχη να παρακολουθούμε τέτοιου είδους θεατρικά, τα οποία με σκληρή δουλειά, συναίσθημα, άψογες συνεργασίες και όραμα, είναι προορισμένα να κερδίζουν κάτι παραπάνω από τις εντυπώσεις: τις καρδιές μας.

Συντελεστές παράστασης:

Κείμενο: Σαμπαχατίν Αλί

Απόδοση: Έφη Βενιανάκη

Σκηνοθεσία: Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη

Πρωτότυπη μουσική: Κώστας Νικολόπουλος

Σκηνικά-Κοστούμια: Γιώργος Λιντζέρης

Επιμέλεια κίνησης-Χορογραφία: Ματίνα Κωστιάνη

Μουσική σύνθεση: Κώστας Νικολόπουλος

Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης

Βοηθός σκηνοθέτη: Δανάη Παπακωνσταντίνου

Φωτογραφίες: Πέτρος Μακρής

Επικοινωνία και προβολή παράστασης : Νταίζη Λεμπέση

Ηθοποιοί: Βίκυ Διαμαντοπούλου, Φώτης Καράλης, Βασίλης Τριανταφύλλου

Παίζει ζωντανά ο μουσικός: Ανδρέας Γυφτάκης

Συμπαραγωγή ομάδα Anima και Alhambra Art Theater

Η παράσταση επιχορηγείται από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού

Αγγελική Μπάτσου

Αγγελική Μπάτσου

Γεννήθηκα πριν αρκετά καλοκαίρια (κι άλλους τόσους χειμώνες)στην Αθήνα. Είχα την τιμή να μεγαλώσω στους Αγ.Αναργύρους,όπου έζησα τα ομορφότερα παιδικάχρόνια σε μια τεράστια αυλή,παρέα με τα γατιά μου και δυο ζευγάρια παππούδες και γιαγιάδες που πάντα θα υπεραγαπώ.Έπειτα ήρθε η Γαλλική Φιλολογία,επιπλέον σπουδές σε γλώσσα και μετάφραση και η οικογένεια. Δεν σταμάτησα όμως ποτέ να είμαι παιδί της ποίησης,της λογοτεχνίας,της ζωγραφικής και της μουσικής και το όνειρό μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου,ήταν να ταξιδέψω σ’όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στο Θιβέτ!
Σ’όλο τον κόσμο τελικά δεν μπόρεσα να πάω...κατόρθωσα όμως να φανταστώ και να χαράξω τα ίχνη αυτού μέσα από ταμονοπάτια της ποίησης,της λογοτεχνίας και της φαντασίας. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε,αγαπημένος ποιητής ο Ουϊλιαμ Μπλέϊκ,ο Μπωντλαίρ και ο Απολιναίρ, αγαπημένος ζωγράφος ο Βαν Γκογκ και ο Γκουστάβ Κλιμπ.
Αγγελική Μπάτσου